Του Γιώργου Δημητρακόπουλου
Το πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που ζητά την αναστολή και όχι την οριστική διακοπή όπως ήθελε το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, των Ενταξιακών Διαπραγματεύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία, που εκ πρώτης όψεως φαίνεται ότι συνιστά ένα ισχυρό ράπισμα προς τη γείτονα χώρα, είναι αποκαλυπτικό και σε ότι αφορά τις πραγματικές προθέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στην Τουρκία. Και τούτο γιατί πέρα από τις διατάξεις μέσα από τις οποίες ασκείται αρκετά σκληρή κριτική στο καθεστώς του κ. Erdogan, κυρίως για τις πολύ αρνητικές «επιδόσεις» του στον τομέα του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών, περιλαμβάνει και διατάξεις μέσα από τις οποίες αποκαλύπτεται μια νέα στρατηγική που «εξυφαίνεται» για τις μελλοντικές σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας που δεν είναι άλλη από την λεγόμενη « Ειδική Σχέση».
Όπως προκύπτει από μια προσεκτική ανάγνωση του ψηφίσματος, τα περισσότερα άρθρα του αναφέρονται μεταξύ άλλων, στην παρατεταμένη ισχύ του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης που επεβλήθη μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος, στις αθρόες συλλήψεις όσων θεωρήθηκαν αντίθετοι προς την Κυβέρνηση και τον Πρόεδρο Erdogan, στην έλλειψη σεβασμού στις ατομικές ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα, στην ανάγκη σεβασμού των μειονοτήτων όπου υπάρχουν ρητές αναφορές στα ζητήματα της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης (άρθρο 11) και στην προστασία της Αγίας Σοφίας ως μνημείου Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς ( άρθρο 14), στην ανάγκη επίλυσης του Κυπριακού όπου ζητείται και η αποχώρηση των Τουρκικών στρατευμάτων από το νησί, στην ανάγκη σχέσεων καλής γειτονίας, όπου ζητείται και η άρση του casus belli σε σχέση με την Ελλάδα (άρθρο 30) και στη ανάγκη τερματισμού των εργασιών για την κατασκευή του πυρηνικού εργοστασίου στο Akkuyu, όπου ζητείται και η συνεννόηση με τις γειτονικές χώρες όπως η Ελλάδα και η Κύπρος (άρθρο 25).
Υπάρχουν όμως και τρία τουλάχιστον άρθρα, μέσα από τα οποία διαφαίνεται καθαρά η νέα στρατηγική που προτίθεται να ακολουθήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση για την Τουρκία. Πρόκειται για τo άρθρο 21 το οποίο αναφέρει μεταξύ άλλων ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναμένει τον επαναπροσδιορισμό των σχέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία στο επίπεδο μιας αποτελεσματικής εταιρικής σχέσης ( effective partnership), το άρθρο 23 που ζητά την αναβάθμιση της ήδη εν ισχύ Τελωνειακής Ένωσης ΕΕ-Τουρκίας, δυστυχώς χωρίς να αναφέρει τίποτε για την άρνηση της Τουρκίας να «ανοίξει» τα λιμάνια και τα αεροδρόμια της στην Κύπρο, χώρα-μέλος της ΕΕ, όπως προβλέπεται από την εν λόγω Συμφωνία, και το άρθρο 28 που ζητά την στενή συνεργασία ανάμεσα στην ΕΕ και την Τουρκία στα θέματα της Εξωτερικής Πολιτικής, της Ασφάλειας και της Άμυνας , υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι η Τουρκία είναι μια σημαντική χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ, με στρατηγικής σημασίας γεωγραφική θέση για την ασφάλεια της ευρύτερης περιοχής.
Τα τρία αυτά άρθρα σκιαγραφούν το περιεχόμενο της «Εταιρικής Σχέσης» που όπως δείχνουν τα πράγματα θα προσδιορίζει στο μέλλον τις Ευρω-Τουρκικές σχέσεις, υποκαθιστώντας την ως σήμερα ενταξιακή διαδικασία με τις επίπονες διαπραγματεύσεις και μεταβάλλοντας το καθεστώς της υποψήφιας προς ένταξη χώρας, που ως σήμερα έχει η Τουρκία σε καθεστώς «εταίρου» και μάλιστα σημαντικού, αν κρίνει κανείς από το κείμενο των παραπάνω άρθρων. Φυσικά μια τέτοια εξέλιξη «βολεύει» αρκετούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση -πρωτίστως τους Γερμανούς- αφού θα διατηρήσουν την πρόσβαση στην μεγάλη Τουρκική αγορά, μέσω της Συμφωνίας Τελωνειακής Σύνδεσης και πάντως την Τουρκία η οποία δεν θα εγκαλείται πλέον στο μέλλον να εφαρμόζει το κοινοτικό κεκτημένο και να προβαίνει στις απαραίτητες προς τούτο πολλές φορές επίπονες μεταρρυθμίσεις, αλλά θα διατηρεί, ως εταίρος πλέον, την δυνατότητα παρέμβασης στη διαμόρφωση της Εξωτερικής Πολιτικής και της Άμυνας μέσω της νέας εταιρικής σχέσης.
Μια τέτοια όμως εξέλιξη θα αποτελεί πλήγμα και για την Ελλάδα και για την Κύπρο, αλλά και για πολλούς δημοκρατικούς πολίτες ακόμα και στην ίδια την Τουρκία, αφού με μια νέα εταιρική σχέση, παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα ακόμα και στο ψήφισμα, δεν θα υπάρχει πλέον η ισχυρή παρεμβατική δυνατότητα και υποχρέωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου, όταν κρίνεται αναγκαίο, να συμμορφώνεται η Τουρκία με την Ευρωπαϊκή νομοθεσία και αρχές που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ένταξη μιας χώρας στην ΕΕ.
Η άποψη βέβαια για την εγκατάλειψη της πολιτικής που είχε ως στόχο την ένταξη της Τουρκίας ως πλήρες μέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την αντικατάσταση της από την πολιτική της δημιουργίας «Ειδικής Σχέσης» δεν είναι καινούργια. Είχε συζητηθεί και παλαιότερα στη διάρκεια της Κοινοβουλευτικής περιόδου 2004-2009 όταν Γερμανοί και Γάλλοι Ευρωβουλευτές του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, είχαν προτείνει αυτή την αλλαγή πολιτικής απέναντι στην Τουρκία. Τότε μάλιστα ως συμβιβαστική λύση είχε υιοθετηθεί η άποψη ότι η περίοδος των ενταξιακών διαπραγματεύσεων θα διαρκούσε 15 χρόνια και στο τέλος ανεξαρτήτως του αποτελέσματος των διαπραγματεύσεων, θα εξεταζόταν και πάλι αν η Τουρκία θα γινόταν μέλος της ΕΕ ή όχι.
Η λογική του ψηφίσματος αυτού θα πρέπει να απασχολήσει πολύ σοβαρά την Ελλάδα και την Κύπρο, γιατί αυτό που αποκαλύπτεται είναι ότι έρχονται ακόμη πιο δύσκολοι καιροί.