Τα πετρέλαια και το αέριο της Κασπίας στρατηγικής σημασίας στο διεθνή ενεργειακό συσχετισμό δυνάμεωνΔημοσιεύτηκε Στις


Του Γιώργου Δημητρακόπουλου

Η Κασπία Θάλασσα ,η μεγαλύτερη στην ουσία «λίμνη» της Γης, αποκαλείται θάλασσα από την εποχή που οι Ρωμαίοι έφθασαν στην περιοχή και διαπίστωσαν ότι το νερό της είναι αλμυρό. Το γεωγραφικό της στίγμα την τοποθετεί ανάμεσα στα στρατηγικής σημασίας σημεία του πλανήτη αφού  μέσα από αυτήν συνδέονται οι εκβολές του ποταμού Βόλγα με το Ιράν και η περιοχή της Υπερκαυκασίας  με την Κεντρική Ασία. Παράλληλα  αποτελούσε και συνεχίζει να αποτελεί έναν «διάδρομο» μέσα από τον οποίο διευκολύνθηκε η  πρόσβαση της Ρωσίας στην Κεντρική Ασία και την Μέση Ανατολή.

Το θέμα της ύπαρξης πετρελαϊκών κοιτασμάτων στην περιοχή είναι πολύ παλαιό.  Το όνομα του Azerbaijan, παλαιότερα  περιοχής, σήμερα ανεξαρτήτου κράτους με παράλια στην Κασπία θάλασσα, έχει κατά την άποψη των ειδικών, περσική ρίζα από την λέξη azar, που στα περσικά σημαίνει την περιοχή της φωτιάς. Η συγκεκριμένη  ετυμολογική σχέση οφείλεται προφανώς στο γεγονός  ότι οι ναοί της περιοχής , αφιερωμένοι στον Ζωροάστρη , φωτίζονταν με την χρήση  ενός μαύρου υγρού, δηλαδή πετρελαίου  με τα σημερινά δεδομένα.

Τον 13ο αιώνα ο γνωστός έμπορος Marco Polo, σε ένα από τα ταξίδια του, πέρασε από την περιοχή και διαπίστωσε ότι εκεί υπήρχαν  πηγές από τις οποίες ανέβλυζε μαύρο υγρό που  χρησιμοποιούταν για  την «τροφοδοσία» φωτιάς  για διάφορους σκοπούς.

Θα περνούσαν όμως αρκετά  χρόνια, ως το 1871 που εταιρείες πετρελαίου  όπως η Γαλλική Rothschilds και η Σουηδική Nobels έκαναν γεωτρήσεις  και κατασκεύασαν  σιδηροδρομικό δίκτυο για την μεταφορά του προς εξαγωγή πετρελαίου από την περιοχή της Κασπίας.

Στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ο ανεφοδιασμός του Σοβιετικού Στρατού ήταν ως ένα μεγάλο βαθμό εξαρτημένος από το πετρέλαιο του Azerbaijan, ενώ ο Χίτλερ προσπάθησε, χωρίς αποτέλεσμα να καταλάβει το λιμάνι του Baku.  Μετά το τέλος του Πολέμου, η  σοβιετική ηγεσία έδωσε περισσότερη προσοχή στις πετρελαιοπηγές της Σιβηρίας , με αποτέλεσμα , οι εξορύξεις  και εξαγωγές πετρελαίου από την περιοχή της Κασπίας να έρθουν σε δεύτερη μοίρα.  Η νέα εποχή για τα πετρέλαια της Κασπίας θα αρχίσει το 1987 όταν η Αμερικανική πετρελαϊκή εταιρεία, Chevron, ήρθε σε συμφωνία με την  Σοβιετική Κυβέρνηση  προκειμένου να ερευνήσει  το μέγεθος των κοιτασμάτων στην περιοχή της Κασπίας.

Οι έρευνες αυτές αλλά και άλλες που ακολούθησαν κατέδειξαν ότι υπάρχουν σημαντικά κοιτάσματα πετρελαίου στην περιοχή τη Κασπίας που πλησιάζουν  αυτά της Βενεζουέλας και του Κατάρ και  την τοποθετούν , σε ότι αφορά την στρατηγική  σημασία της , αμέσως μετά τον Περσικό κόλπο. Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι τα κοιτάσματα φυσικού αερίου που ανακαλύφθηκαν στην περιοχή είναι ακόμη πιο σημαντικά σε όγκο από τα πετρελαϊκά.  Και προφανώς είναι αυτός ο συνδυασμός που δικαιολογεί το έντονο διεθνές ενδιαφέρον  για την Κασπία, ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και την ως εκ τούτου νέα πραγματικότητα που δημιουργήθηκε εκεί, με την ίδρυση των τριών νέων κρατών με παράλια στην Κασπία θάλασσα , δηλαδή του Azerbaijan,  Kazakhstan, και Turkmenistan.

Βέβαια η εξόρυξη και η αξιοποίηση των κοιτασμάτων  πετρελαίου και του φυσικού αερίου, δεν ήταν και δεν είναι εύκολη υπόθεση.   Η  γεωγραφική θέση τη Κασπίας,  και η μη ύπαρξη άμεσης  πρόσβασης στη ανοικτή θάλασσα   δημιουργούσε τεχνικές δυσκολίες στην διαδικασία εξόρυξης  αφού η απόσταση από τα κέντρα ανεφοδιασμού  δεν επέτρεπε την γρήγορη προμήθεια σχετικού τεχνικού  υλικού, όποτε το απαιτούσαν οι περιστάσεις,  με αποτέλεσμα να υπάρχουν καθυστερήσεις στην εξόρυξη.  Δυσκολίες υπήρχαν και στις διαδικασίες εξαγωγής αφού  πάλι  λόγω της γεωγραφική θέσης η μόνη οδός ήταν αυτή της χρήσης αγωγών,  μεγάλα τμήματα των οποίων όμως κατασκευάζονται σε άλλες χώρες.  Αυτή η πραγματικότητα  οδήγησε την Ρωσία,  τις ΗΠΑ , την Κίνα και το Ιράν να προτείνουν εναλλακτικές διαδρομές αγωγών, φυσικά ανάλογα με τα συμφέροντα τους  στους γεωπολιτικούς συσχετισμούς  στη ευρύτερη περιοχή.

Παράλληλα η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και η  « γέννηση» τριών νέων κρατών με παραθαλάσσια πρόσβαση στην Κασπία ,  διεύρυνε τον αριθμό των συμμετεχόντων στις απαραίτητες πλέον ρυθμίσεις  για την αξιοποίηση της Κασπίας , από δύο ( Η Σοβιετική Ένωση και το Ιράν) σε πέντε ( Ρωσία, Ιράν, Azerbaijan, Kazakhstan, και Turkmenistan) ενώ όξυνε και κάποιες διαφορές ως προς την ουσία και προσέγγιση των σχετικών ζητημάτων.

Από το  1997 ως και   το 2003, υπογράφτηκαν ορισμένες  διμερείς  συμφωνίες ανάμεσα στις πέντε χώρες προκειμένου όμως να ρυθμιστούν θέματα  μερικά από τα ζητήματα σε σχέση με την δικαιοδοσία κάθε χώρας στην  Κασπία θάλασσα. ‘Όμως η πραγματικά σημαντική στιγμή για την περιοχή  θα έρθει φέτος τον  Αύγουστο που οι πέντε χώρες που περιβρέχονται από την Κασπία θάλασσα υπέγραψαν την Σύμβαση  για το νομικό καθεστώς  της Κασπίας  η οποία  ρυθμίζει το καθεστώς των χωρικών υδάτων  και  της υφαλοκρηπίδας, τα ζητήματα της αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου, τα θέματα της αλιείας, τα ζητήματα της προστασίας του περιβάλλοντος και τα θέματα της  ναυσιπλοΐας  και της χρήσης του υπερκειμένου εναερίου χώρου.

Η Σύμβαση αυτή , που θα τεθεί σε ισχύ μόλις κυρωθεί και από τις  πέντε χώρες, δημιουργεί μία νέα πραγματικότητα  καθιστώντας τις χώρες αυτές ένα ισχυρό «μπλόκ» για την εξαγωγή των εκεί  σημαντικών κοιτασμάτων  πετρελαίου και φυσικού αερίου  στον υπόλοιπο κόσμο. Παράλληλα,  δημιουργεί και ένα σημαντικό προηγούμενο για την ρύθμιση παρομοίων ζητημάτων που κάποιοι (βλέπε Τουρκία) θα έπρεπε να λάβουν σοβαρά υπόψη τους.