AllTimeClassic
Ο πρόεδρος της Τουρκίας κ. Ρ. Τ. Ερντογάν έχει σε πολλές περιπτώσεις άλλοτε ευθέως άλλοτε έμμεσα αναφερθεί στη φιλοδοξία του να αναβιώσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία θεωρεί ότι συρρικνώθηκε από τις πολιτικές επιλογές του Κεμάλ Ατατούρκ και των Νεότουρκων των οποίων οι πολιτικοί «απόγονοι» είναι σήμερα οι κυριότεροι αντίπαλοι του. Γνωρίζει βέβαια ότι η αναβίωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα όρια που αυτή εκτεινόταν πριν τον « διαμελισμό» της είναι μάλλον αδύνατη. Έτσι δείχνει να προσπαθεί να προσδώσει στην προσπάθεια αυτή χαρακτηριστικά προσαρμοσμένα στις σημερινές συνθήκες που προσδιορίζουν το Διεθνές Σύστημα . Για τον κ. Ερντογάν και την Τουρκία των 80 εκατομμυρίων , ο «ιστορικός συμβιβασμός» ανάμεσα στην αναβίωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την σημερινή Τουρκία βρίσκεται στην εδραίωση της χώρας ως δεσπόζουσας περιφερειακής δύναμης με αυξημένη περιφερειακή και ως εκ τούτου διεθνή επιρροή.
Μέσα σε αυτή την οπτική του Τούρκου Προέδρου εντάσσονται η άποψη του για την ανάγκη αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάννης, την οποία θεωρεί ως το κείμενο που επισφράγισε τη συρρίκνωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η έμφαση που αποδίδει στον εξοπλισμό των Τουρκικών ενόπλων δυνάμεων με υπερσύγχρονα όπλα και στη δραστηριότητα της Τουρκικής πολεμικής βιομηχανίας, τα προϊόντα της οποίας πολλαπλασιάζονται συνεχώς ,και η επεκτατική πολιτική που ακολουθεί στο Αιγαίο, την Κύπρο και τη Μέση Ανατολή, με τελευταίο φυσικά παράδειγμα την στρατιωτική επιχείρηση στη Βόρεια Συρία.
Η στρατηγική αυτή του κ. Ερντογάν συναντά βέβαια την αντίδραση του Ιράν, το οποίο επίσης επιθυμεί να αυξήσει και να ενισχύσει την επιρροή του στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής , και της Σαουδικής Αραβίας η οποία επίσης επιθυμεί να έχει τον ίδιο ηγετικό ρόλο στην περιοχή. Υπάρχουν αρκετά περιστατικά με τελευταίο και σαφώς πιο εμφανές το παράδειγμα της Τουρκικής προσέγγισης της υπόθεσης της δολοφονίας του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Κασόγκι, που καταδεικνύουν τον υποβόσκοντα ανταγωνισμό ανάμεσα στην Τουρκία και την Σαουδική Αραβία, ενώ με το Ιράν η κατάσταση είναι μάλλον διαφορετική αφού πέρα από την αντιπαράθεση ανάμεσα στους μουσουλμάνους Σιϊτες ( Ιράν) και τους Μουσουλμάνους Σουνίτες ( Τουρκία) υπάρχει μια σχετική ηρεμία, που εξασφαλίζεται από τη συμμετοχή και των δύο στη διαδικασία «Αστάνα» που δημιουργήθηκε με την συμμετοχή και της Ρωσίας με σκοπό την εξεύρεση λύσης στη κρίση στη Συρία.
Και βέβαια ο Τούρκος Πρόεδρος είναι γνώστης αυτών των ανταγωνιστικών τάσεων. Τελευταία όμως φαίνεται ότι έχει αρχίσει να ανησυχεί για τις ενδόμυχες σκέψεις σχετικά με τον ρόλο της Τουρκίας , των δύο ισχυρών δυνάμεων του Πλανήτη, των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Σύμφωνα με δημοσίευμα της έγκριτης Τουρκικής εφημερίδας « Χουρριέτ» ο κ. Ερντογάν ανησυχεί για το ενδεχόμενο ύπαρξης μυστικής συνεργασίας ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία, για την διευθέτηση της κατάστασης στη Συρία, κατά τρόπο ώστε η Τουρκία να βρεθεί εκτός του «παιχνιδιού». Οι φόβοι του κ. Ερντογάν ενισχύθηκαν, σύμφωνα με το δημοσίευμα, και από το γεγονός ότι ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ και πρώην Αρχηγός της C.I.A κ. Μ Πομπέο, συναντήθηκε πρόσφατα με τους επικεφαλείς των Ρωσικών μυστικών υπηρεσιών, στα πλαίσια αυτής της μυστικής συμφωνίας. Από τη σκοπιά του Τούρκου Προέδρου μια τέτοια εξέλιξη που θα έθετε την Τουρκία εκτός «παιχνιδιού» θα είχε ευρύτερες αρνητικές συνέπειες για τον ίδιο και την πολιτική που φιλοδοξεί να εφαρμόσει και για την ορθότητα της οποίας φαίνεται να έχει πείσει μια σημαντική μερίδα του Τουρκικού λαού.
Αν και όπως είναι γνωστό, ο κ. Ερντογάν έχει φροντίσει να δημιουργήσει στενές σχέσεις με τη Μόσχα και τον Πρόεδρο Πούτιν προσωπικά, μετά και το δυσάρεστο γεγονός της κατάρριψης ενός αεροσκάφους της ρωσικής πολεμικής αεροπορίας στο σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία, δείχνει να μην μετρά προσεκτικά την λογική των Υπερδυνάμεων. Η σύγχρονη ιστορία είναι γεμάτη παραδείγματα που αφορούν αρχικά τις σχέσεις της Σοβιετικής και στη συνέχεια της Ρωσίας με τις ΗΠΑ που καταδεικνύουν ότι πίσω από τις εμφανείς «αψιμαχίες», κρύβονται σε πολλές περιπτώσεις μυστικές συμφωνίες, που αποσκοπούσαν πρωτίστως στην αποτροπή σύγκρουσης των δύο στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού των συμφερόντων της κάθε πλευράς. Με απλά λόγια , η σύγχρονη ιστορία καταδεικνύει ότι υπάρχει ένας κώδικας συμπεριφοράς που οι δύο υπερδυνάμεις ακολουθούν, προκειμένου να απομακρύνουν τον κίνδυνο της μεταξύ τους σύγκρουσης και να προστατεύσουν τα συμφέροντα τους.
Προφανώς η παραπάνω διαπίστωση ισχύει και στην περίπτωση της Συρίας, όπου ΗΠΑ και Ρωσία φαίνεται να έχουν κοινό συμφέρον να μην ενισχυθεί μέσα από την έκταση των στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Βόρεια Συρία η Τουρκία και να μην επεκταθεί περισσότερο εδαφικά. Παράλληλα , φαίνεται ότι τελευταία , προφανώς και με παραίνεση του Ισραήλ, το οποίο είχε εδώ και αρκετά χρόνια προβλέψει την κρίση στη Συρία , και οι ΗΠΑ άρχισαν να συντάσσονται με την άποψη που από την αρχή είχε υποστηρίξει η Ρωσία, σύμφωνα με την οποία η ανατροπή του Προέδρου Άσαντ θα επέφερε περισσότερα δεινά και προβλήματα στην περιοχή και ως εκ τούτου δεν θα πρέπει να συζητείται. Το γεγονός αυτό φέρνει τις ΗΠΑ πιο κοντά στη Ρωσία αλλά πιο μακριά από την Τουρκία η οποία υποστηρίζει την ανατροπή του Σύρου Προέδρου.
Η ύπαρξη μυστικής συμφωνίας ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία, έχει προφανώς ως στόχους, πρώτον την διατήρηση του Προέδρου Άσαντ στην εξουσία, ώστε η λύση της κρίσης να επιτευχθεί με την παρουσία και συμμετοχή του με σκοπό να αποκλειστεί το ενδεχόμενο επικράτησης μίας δύναμης όπως η Μουσουλμανική Αδελφότητα, γεγονός που θα δημιουργήσει αρκετά προβλήματα στην περιοχή και τις προσπάθειες για ειρηνική επίλυση της κρίσης ( μια γεύση του τι θα μπορούσε να συμβεί σε μία τέτοια περίπτωση έχει δοθεί από τα πεπραγμένα του ISIS), δεύτερον τον περιορισμό και έλεγχο των δραστηριοτήτων της Τουρκίας, ώστε να μην αποκτήσει επιπλέον δύναμη και επιρροή και ως εκ τούτου μετατραπεί σε ανεξέλεγκτο παράγοντα, και τρίτον να δημιουργηθούν μέσα από την έστω και μυστική επί του παρόντος προσέγγιση των δύο υπερδυνάμεων, συνθήκες στην περιοχή ώστε να εφαρμοσθεί χωρίς αντεγκλήσεις η από τις ΗΠΑ ονομασθείσα «Συμφωνία του Αιώνα», προσαρμοσμένη βέβαια ώστε να ικανοποιούνται και τουλάχιστον κάποιες από τις βασικές Ρωσικές «ευαισθησίες» και απαιτήσεις.
Απομένει βέβαια να φανεί η αντίδραση του Τούρκου Προέδρου, ο οποίος όπως ανακοινώθηκε, την ερχόμενη εβδομάδα θα συναντηθεί στο Λευκό οίκο με τον Αμερικανό Πρόεδρο Τραμπ. Προφανώς ο κ. Ερντογάν θα θίξει το ζήτημα στον Αμερικανό ομόλογο του. Όμως το κύριο ζήτημα εδώ είναι το τι θα απαντήσει ο κ. Τράμπ, αλλά και πως θα κρίνει την όλη συζήτηση και ειδικότερα την απάντηση, ο Ρώσος Πρόεδρος κ. Πούτιν.