Του Γιώργου Δημητρακόπουλου
Η νέα περίοδος στις σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ άρχισε με την ολοκλήρωση των συνομιλιών του Αμερικανού Υπουργού Εξωτερικών Μάικ Πομπέο με τον Έλληνα ομόλογο του Γιώργο Κατρούγκαλο, συνομιλίες στη διάρκεια των οποίων εξετάσθηκαν όλα τα θέματα που συνιστούν τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, με εξαίρεση μάλλον την «καταστροφική» πολιτική του κυρίου Κατρούγκαλου για τις συντάξεις, μιας και πρόκειται για ένα από τα πεπραγμένα του, που σίγουρα δεν τον τιμά.
Οι Ελληνοαμερικανικές σχέσεις μέσα από το πρίσμα της νέας στρατηγικής πλέον, σχέσης των δύο χωρών, καλύπτουν όλους τους τομείς των διμερών σχέσεων όπως άλλωστε εξηγήθηκε στις δηλώσεις και στο κοινό ανακοινωθέν που εξεδόθη μετά το πέρας των συνομιλιών. Καλύπτουν όμως και ένα ακόμη ζήτημα που δεν είναι άλλο από την «έκφραση» της στρατηγικής συνεργασίας προς τρίτους. Και αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό θέμα , που προϋποθέτει , όπως άλλωστε και η πορεία των διμερών σχέσεων στο εξής, πολλή προσοχή και υπευθυνότητα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτή η απόφαση των ΗΠΑ για την ουσιαστική αναβάθμιση των σχέσεων τους με την Ελλάδα οφείλεται σε μια σειρά από λόγους που αφορούν και τις εξελίξεις στις ευαίσθητες περιοχές της Μέσης Ανατολής και των Βαλκανίων και την ευρύτερη στρατηγική και προτεραιότητες των ΗΠΑ. Αναβαθμίζοντας τις σχέσεις τους με την Ελλάδα οι ΗΠΑ υποδηλώνουν, ότι αναγνωρίζουν τον σημαντικό ρόλο της Ελλάδας ως παράγοντα σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων έναν ρόλο που η χώρα μας οικοδόμησε όχι μόνο με τις θετικές ενέργειες της ( Βλέπε: την ιδιαίτερη σημασία που προσέδωσαν στη χώρα μας οι συμφωνίες που υπέγραψε μαζί με την Κύπρο, με το Ισραήλ, την Αίγυπτο και την Ιορδανία και τη Συμφωνία των Πρεσπών με τα Σκόπια ), αλλά και με τον τρόπο που αντιμετώπισε τις εναντίον της προκλήσεις και ως ένα βαθμό επιβουλές ( Βλέπε: Προκλητικές ενέργειες Τουρκίας και Αλβανίας) .
Φυσικά ρόλο έπαιξαν στις αποφάσεις των ΗΠΑ και οι επιδεινούμενες σχέσεις και με την Τουρκία(Βλέπε: Σχέσεις της με Ρωσία και στάση της στον πόλεμο στη Συρία)και πρόσφατα ως ένα βαθμό με την Σαουδική Αραβία λόγω των αντιδράσεων που προκάλεσε στις ΗΠΑ η ανάμειξη του ισχυρού άνδρα της Σαουδικής Αραβίας, πρίγκηπα Salman στη δολοφονία του δημοσιογράφου Kashoggi.
Η αντιμετώπιση της Κίνας και της Ρωσίας αποτελούν βέβαια τις δύο υψίστης σημασίας προτεραιότητες της Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Αν και οι δύο αυτές χώρες έχουν διαφορετικό τρόπο προσέγγισης των διεθνών σχέσεων- η Ρωσία πιο επιθετικό , η Κίνα σχετικά πιο ήπιο- παραμένουν οι μεγάλοι ανταγωνιστές των ΗΠΑ στην διεθνή σκηνή. Για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις που προέρχονται από τον ανταγωνισμό αυτό , οι ΗΠΑ χρειάζονται συμμάχους σε γεωγραφικά σημεία του πλανήτη που να αποτελούν ένα ισχυρό και σταθερό «υπογάστριο» ώστε να μπορούν να έχουν απρόσκοπτη πρόσβαση σε στρατηγικής σημασίας σημεία και να ελέγχουν τις κινήσεις των δύο ανταγωνιστών. Χρειάζονται ακόμη σταθερούς συμμάχους ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τους «αντικατοπτρισμούς» των πολιτικών επιλογών των δύο σε συλλογικούς διεθνείς θεσμούς (π.χ Ηνωμένα Έθνη, Διεθνής Οργανισμός Εμπορίου) και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και εδώ ακριβώς βρίσκεται το «κλειδί» της νέας στρατηγικής σχέσης Ελλάδας – ΗΠΑ. Και τούτο γιατί θεωρούν , με βάση τα όσα συμβαίνουν στην ευρύτερη περιοχή σήμερα ,ότι η Ελλάδα μπορεί να εκπληρώσει και τους δύο αυτούς «ρόλους».
Στο Σημερινό κόσμο ένα σημαντικό μέρος των διεθνών σχέσεων βασίζεται στην αμοιβαία εξυπηρέτηση συμφερόντων. Υπό αυτή την έννοια η νέα αυτή αναβάθμιση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων είναι προς το συμφέρον της χώρας μας. Αρκεί βέβαια να υλοποιηθεί σωστά και σταθερά. Και η πρώτη και απαραίτητη προϋπόθεση για αυτό είναι ο διαρκής και ειλικρινής θεσμοθετημένος διάλογος μεταξύ των δύο πλευρών ώστε να αναπτύσσονται τα συμφωνηθέντα αλλά και να αντιμετωπίζονται τυχόν διαφορετικές προσεγγίσεις για διάφορα ζητήματα, που είναι πολύ φυσικό να υπάρξουν. Τα χαμόγελα και τα μαντηλάκια του «αλεξιπτωτιστή» στην Εξωτερική πολιτική κυρίου Κατρούγκαλου δεν αρκούν για την επιτυχή πορεία της νέας αυτής σχέσης. Απαιτείται σύνεση, υπομονή μελέτη και παρακολούθηση και βέβαια η δημιουργία διυπουργικού φορέα με την εκπροσώπηση εμπείρων στελεχών που βρίσκονται στα αρμόδια Υπουργεία και υπηρεσίες με απευθείας σύνδεση με τον Πρωθυπουργό, ο οποίος και πρέπει να θεωρείται ο εμπνευστής της νέας αντίληψης για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, ώστε όλα να προχωρούν καλά και να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη για τη χώρα μας.