” Το βάζο των σειρήνων ”αρχαιοελληνικό ερυθρόμορφο αγγείο 480-470 Π.Χ από το Βούλτσι που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο
Alltimeclassic
Οι προβολείς της Διεθνούς Κοινότητας είναι για μία ακόμη φορά στραμμένοι στη Μαύρη Θάλασσα. Αυτή τη φορά για τον τεράστιας σημασίας αρχαιολογικό πλούτο που βρίσκεται στο βυθό της και όχι, όπως σε πολλές άλλες περιπτώσεις , για την στρατηγική της σημασία ή για κάποιες ναυτικές επιχειρήσεις που, όπως και παλαιότερα, διεξάγονται εκεί, ούτε για τα σημαντικά ενεργειακά κοιτάσματα που έχουν ανακαλυφθεί σε ορισμένα τμήματα της.
Μία ομάδα αρχαιολόγων που δημιούργησε το ναυτικό πρόγραμμα της Μαύρης Θάλασσας (Black Sea Maritime Project MAP) ανακάλυψε , σχεδόν άθικτο ναυάγιο στον βυθό ,στη θαλάσσια περιοχή που εκτείνεται από τα παράλια της Βουλγαρίας. Σύμφωνα με τα σχετικά δημοσιεύματα αρχικά στην έγκριτη Βρετανική εφημερίδα The Guardian και στη συνέχεια στο πολύ γνωστό περιοδικό National Geographic φοβούμενοι το ενδεχόμενο πρόκλησης ζημιών στο ναυάγιο, οι αρχαιολόγοι του προγράμματος στο οποίο σημειωτέον συμμετέχει και ο Έλληνας επιστήμων και Διευθυντής του Ελληνικού Κέντρου Ωκεανογραφίας και Θαλασσίων ερευνών, Dr. Δημήτρης Σακελλαρίου, ανέλκυσαν μόνο ένα μικρό τμήμα του το οποίο εξέτασαν προσεκτικά σε συνδυασμό και με τις σπάνιες φωτογραφίες από το βαθυσκάφος της έρευνας, κατέληξαν στα ακόλουθα συμπεράσματα:
Ότι πρόκειται μάλλον για αρχαίο ελληνικό εμπορικό πλοίο γιατί το σχήμα του μοιάζει πάρα πολύ με το πλοίο που απεικονίζεται στον αρχαίο αμφορέα και έχει ονομασθεί « Το Βάζο των Σειρήνων» γιατί δείχνει τον Οδυσσέα δεμένο στο άλμπουρο του πλοίου προκειμένου να αντισταθεί στον πειρασμό των Σειρήνων- ο αμφορέας βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο.
Ότι το ναυάγιο τοποθετείται στον 5ο αιώνα π.χ, περίοδο κατά την οποία οι αρχαίες ελληνικές πόλεις είχαν ανεπτυγμένες εμπορικές σχέσεις με τις αποικίες τους , στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας , ταξιδεύοντας από τη Μεσόγειο και το Αιγαίο Πέλαγος μέσα από τα στενά των Δαρδανελλίων και του Βοσπόρου που είναι ο υδάτινος δρόμος που ενώνει τις δύο θάλασσες, και ότι η άριστη, σχεδόν άθικτη, κατάσταση του ναυαγίου, οφείλεται σε ένα φαινόμενο που αποτελεί το κύριο χαρακτηριστικό της Μαύρης Θάλασσας, σύμφωνα με το οποίο ο υδάτινος όγκος της αποτελείται από στρώματα νερού που δεν αναμειγνύονται μεταξύ τους. Έτσι σε βάθος πέρα από τα 600 μέτρα παρατηρείται έλλειψη οξυγόνου, γεγονός που εμποδίζει την ύπαρξη και διατήρηση ζωής όλων εκείνων των οργανισμών που προκαλούν καταστροφές στο ξύλο και που σε άλλες περιπτώσεις θα είχαν ως αποτέλεσμα την σημαντική φθορά η και καταστροφή του ναυαγίου.
Η αρχαιολογική και ιστορική σημασία της Μαύρης Θάλασσας ή του Εύξεινου Πόντου όπως αλλιώς ονομάζεται, είναι τεράστια και ξεκινά από τα βάθη της αρχαιότητας. Οι αρχαίοι Έλληνες που κατοικούσαν στα Βόρεια παράλια της ονόμαζαν αρχικά την θάλασσα Πόντο Άξεινο δηλαδή αφιλόξενο. Ο όρος αναφέρεται στον Πίνδαρο οποίος σημειώνει ότι αυτή η αρχική ονομασία άλλαξε στη συνέχεια σε Εύξεινος δηλαδή φιλόξενος. Ο Στράβων στη γεωγραφία του σημειώνει ότι η αρχική ονομασία της Θάλασσας ως αφιλόξενος Άξεινος Πόντος οφειλόταν στο γεγονός ότι στα παράλια κατοικούσαν πρωτόγονοι άνθρωποι , και ότι το όνομα άλλαξε σε Εύξεινος όταν οι Μιλήσιοι ίδρυσαν αποικία στα νότια παράλια στην περιοχή του Πόντου.
Ο Ιάσων και οι αργοναύτες του διέσχισαν με το πλοίο Αργώ την Μαύρη Θάλασσα ως το Ανατολικό της άκρο φθάνοντας στην Κολχίδα, πόλη που σήμερα ανήκει στη Γεωργία, μία από τις χώρες με παράλια στον Εύξεινο Πόντο, ενώ οι στέπες που ξεκινούν από τη Βόρεια πλευρά της θάλασσας ήταν η πατρίδα των ανθρώπων που μιλούσαν την αρχική ινδοευρωπαϊκή διάλεκτο που θεωρείται η «μητέρα» των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών.
Πολλά χρόνια αργότερα, με την ίδρυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η Μαύρη θάλασσα θα βρεθεί υπό την πλήρη Βυζαντινή κυριαρχία, καθεστώς που μόνο οι Ρώσοι προσπάθησαν να μεταβάλλουν όταν από το 860 ως το 1043 την διέσχιζαν με σκοπό να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη χωρίς όμως επιτυχία. Η απόλυτη κυριαρχία των Βυζαντινών στον Εύξεινο Πόντο θα περιοριστεί το 1204 όταν οι Σταυροφόροι θα καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη και θα αρχίσουν να φθάνουν εκεί πρώτα οι Ενετοί και στη συνέχεια οι Γενουάτες.
Η στρατηγική σημασία του Εύξεινου Πόντου δεν περιορίζεται βέβαια στην περίοδο του Βυζαντίου. Εκτείνεται στην περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το διάστημα των δύο Παγκοσμίων Πολέμων ως σήμερα , ιδιαίτερα μάλιστα αφού έγινε θέατρο ναυτικών επιχειρήσεων μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία, αλλά και αφού ανακαλύφθηκαν εκεί σημαντικά κοιτάσματα πετρελαίου. Καλύπτει ακόμη και την παράδοση και ιστορία σημαντικών πόλεων που βρίσκονται στα παράλια της, όπως η Οδησσός, η Βάρνα, η Κωστάντζα και η Σινώπη.
Στην ανάδειξη όμως του μεγάλης σημασίας αρχαιολογικού πλούτου που βρίσκεται στο βυθό της συνέβαλε μερικά χρόνια πριν ο διακεκριμένος Αμερικανός αρχαιολόγος ειδικός στην υποθαλάσσια αρχαιολογία, Robert Ballard, παγκοσμίως γνωστός από την ανακάλυψη των ναυαγίων του Τιτανικού, του Θωρηκτού Μπίσμαρκ και της Τορπιλλακάτου PT 109 του John Kennedy. Μετά από εκτεταμένες έρευνες ο Ballard και η ομάδα του ανακάλυψαν στην περιοχή της Σινώπης ναυάγια σε άριστη κατάσταση που με την μέθοδο της εξέτασης με ραδιενεργό άνθρακα , τοποθέτησαν στις περιόδους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και του Βυζαντίου ενώ ένα από αυτά στα 1500 χρόνια π.χ. Οι έρευνες του Ballard συνέβαλαν ουσιαστικά και στην ανάλυση της σύνθεσης των υδάτων της Μαύρης Θάλασσας με τα ήδη αναφερθέντα χαρακτηριστικά.
Η ανακάλυψη του υποθαλάσσιου αρχαιολογικού πλούτου στον Εύξεινο Πόντο ενισχύει σημαντικά την εικόνα της περιοχής ως στρατηγικού γεωγραφικού σημείου και θαλάσσιου δρόμου που συνέδεε και συνδέει την Δυτική Ευρώπη μέσα από τα ποτάμια με πρώτο τον Δούναβη που εκβάλουν σε αυτήν με την Μεσόγειο και Μέση Ανατολή και κατ’ επέκταση την Ασία μέσα από τα στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελλίων αλλά και των Ανατολικών παραλίων της . Έτσι θα βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος.