AllTimeClassic
Η Επίσκεψη του Τούρκου Υπουργού Άμυνας κ. Χουλουσί Ακάρ στα κατεχόμενα εδάφη στην Κύπρο και οι δηλώσεις του περί μη αποχώρησης των Τουρκικών στρατευμάτων κατοχής από το νησί ακόμη και αν υπάρξει λύση του Κυπριακού, είναι ένα ακόμη δείγμα της Τουρκικής προκλητικής συμπεριφοράς αλλά και της στρατηγικής της για την προβολή της εικόνας του ισχυρού, που επί χρόνια ακολουθεί η γειτονική χώρα, ιδιαίτερα στο Κυπριακό.
Η επίσκεψη πραγματοποιείται μία ημέρα μετά την συνάντηση του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Ν. Αναστασιάδη με τον ηγέτη των Τουρκοκυπρίων κ. Μ. Ακιντζί δείχνοντας με τον τρόπο αυτό ότι πάνω από τις συζητήσεις και τις διαπραγματεύσεις επικρέμαται διαρκώς το «πέπλο» της Τουρκίας, η οποία λαμβάνει και θα λάβει τις τελικές αποφάσεις , αν υποτεθεί ότι θα υπάρξει τελικό σχέδιο λύσης του Κυπριακού.
Και βέβαια ο κ. Χ. Ακάρ « τις γλαύκ’ Αθήνας ήγαγε» (κομίζει γλαύκα εις Αθήνας) όπως γράφει και ο Αριστοφάνης στους «Όρνιθες», όταν δηλώνει ότι τα Τουρκικά στρατεύματα κατοχής δεν θα αποχωρήσουν από την Κύπρο ακόμη και αν υπάρξει λύση του Κυπριακού. Οι δηλώσεις αυτές του Τούρκου Υπουργού Άμυνας δεν αποκαλύπτουν βέβαια κάποιο νέο στοιχείο. Αντίθετα επαναλαμβάνουν , ίσως με πιο ωμό τρόπο αυτή τη φορά, την πάγια θέση των Τούρκων για την μη αποχώρηση των στρατευμάτων τους από την Κύπρο, πράγμα που ενισχύει την γνωστή βέβαια θέση της Τουρκίας για το περιεχόμενο ενός σχεδίου για την λύση του Κυπριακού.
Όπως έχει γίνει σαφές, εδώ και χρόνια, η Τουρκία αποβλέπει στην ουσία σε μία ρύθμιση, την οποία βέβαια αποκαλεί «λύση» του Κυπριακού, μέσα από την οποία να εξυπηρετούνται και να διασφαλίζονται τα συμφέροντα της, όπως αυτά περιγράφονται, πέρα από τις κατά καιρούς δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων, και στο βιβλίο του πρώην Υπουργού Εξωτερικών της χώρας Αχμέτ Νταβούτογλου, που εκδόθηκε και ελληνικά με τον τίτλο «Το Στρατηγικό Βάθος» και αποτελεί την κωδικοποίηση των στόχων της Τουρκίας και των τρόπων για την επίτευξη τους.
Τα αποτελέσματα της συνάντησης του κ. Ν. Αναστασιάδη με τον κ. Μ. Ακιντζί, δυστυχώς, λόγω κυρίως της υποκινούμενης από την Τουρκία εμμονής του Τουρκοκύπριου ηγέτη στα θέματα της διαχείρισης των ενεργειακών πόρων της Κύπρου, σε συνδυασμό με τα μηνύματα που περικλείει η επίσκεψη του Τούρκου Υπουργού Άμυνας στα κατεχόμενα, δεν επιτρέπουν αισιοδοξία για το μέλλον.
Όπως αισιοδοξία για το μέλλον δεν επιτρέπει και η επίδραση που θα έχει γενικά στην Τουρκία και ειδικότερα στο θέμα της λύσης του Κυπριακού το BREXIT και κυρίως η μετά το BREXIT εποχή στη διάρκεια της οποίας , όπως επισημαίνουν κυρίως ξένοι αναλυτές, η Τουρκία θα ασχοληθεί με την παραπέρα ενίσχυση της Ευρασιατικής της θέσης, υποβαθμίζοντας ακόμη περισσότερο την σχέση της με την Ευρωπαϊκή Ένωση και «στερώντας» με τον τρόπο αυτό από την Ελλάδα ,την Κύπρο και την ΕΕ, έναν σημαντικό μοχλό πίεσης και παρεμβατικής δυνατότητας για τη συμμόρφωση της Τουρκίας με τις αρχές της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και Δικαίου, που ίσχυε όσο η χώρα αυτή είχε πραγματικό ενδιαφέρον για την ενταξιακή της πορεία, ένα ενδιαφέρον που φαίνεται να έχει χαθεί. όχι όμως μόνο από Τουρκική υπαιτιότητα.
Η Ελλάδα και η Κύπρος θα πρέπει να εξετάσουν τις παραμέτρους αυτές, στην πορεία της διαμόρφωσης της πολιτικής που θα ακολουθηθεί από εδώ και στο εξής και για την αντιμετώπιση της συνεχιζόμενης και εντεινόμενης Τουρκικής προκλητικής συμπεριφοράς και για την διαμόρφωση της πρότασης για λύση του Κυπριακού που θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή και στην Ελλάδα και στην Κύπρο.
Δεν θα πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι σε λίγες εβδομάδες, τον Σεπτέμβριο,θα αρχίσει τις εργασίες της η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, που ανέκαθεν αποτελούσε ένα σημαντικό βήμα για την προώθηση των προσπαθειών με στόχο μια δίκαιη και διαρκή λύση του Κυπριακού, μέσα από συναντήσεις, αρχής γενομένης με τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού και συνομιλίες με άλλα κράτη- μέλη και παρεμβάσεις στην ολομέλεια. Οι συνθήκες που σήμερα χαρακτηρίζουν την κατάσταση και σε ότι αφορά στο Κυπριακό, και σε ότι αφορά σε ολόκληρη την περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου συγκεντρώνουν μεν το ενδιαφέρον και των ΗΠΑ και της ΕΕ, περικλείουν όμως και κινδύνους και παγίδες και ως εκ τούτου επιβάλλουν μια δυναμική παρουσία και της Ελλάδας και της Κύπρου στα Ηνωμένα Έθνη, προκειμένου η όποια νέα κινητικότητα προκύψει από τις συναντήσεις που θα διεξαχθούν εκεί, να είναι στη σωστή κατεύθυνση.