AllTimeClassic
Η επίσκεψη αστραπή του Υπουργού Εξωτερικών της χώρας κυρίου Ν. Δένδια που πραγματοποιείται μετά από αίτημα της Αμερικανικής πλευράς είναι χωρίς αμφιβολία σημαντική και περικλείει πολλά μηνύματα προς πολλούς αποδέκτες.
Το πλαίσιο που είχε ως αποτέλεσμα την άμεση πρόσκληση του κυρίου Δένδια στις ΗΠΑ και μέσα στο οποίο θα διεξαχθούν οι συνομιλίες του, πρώτα με τον Αμερικανό ομόλογο του κύριο Πομπέο και στη συνέχεια με ηγετικά στελέχη του Κογκρέσου, όπως ο φιλέλληνας γερουσιαστής κύριος Μενέντεζ και η Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων κυρία Πελόζι, οριοθετείται από τη διεθνή συγκυρία γενικά και τις συνθήκες που διαμορφώνονται στην ευαίσθητη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου ειδικότερα.
Η Τουρκική εμμονή για την αγορά του αντιπυραυλικού συστήματος S-400, γεγονός που πέρα από την «απειθαρχία» της Τουρκίας στις Αμερικανικές και συμμαχικές συμβουλές για το αντίθετο, επιτρέπει πλέον την πρόσβαση της Ρωσίας στον εναέριο χώρο της Τουρκίας με ότι αυτό συνεπάγεται και για το ΝΑΤΟ και για τις ΗΠΑ, οι απειλές του Τούρκου Προέδρου κ. Ερντογάν για εισβολή Τουρκικών στρατευμάτων στη Συρία που θα επηρέαζε σημαντικά τις συνεχιζόμενες προσπάθειες για την επίλυση της κρίσης αλλά και τις απόψεις των ΗΠΑ για το θέμα αυτό ,το ζήτημα του Ιράν όπου υπάρχει μία διάσταση απόψεων ανάμεσα στις ΗΠΑ και την ΕΕ για το θέμα των κυρώσεων και η συνεχιζόμενη Τουρκική προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας και στο Αιγαίο και εντός της Κυπριακής ΑΟΖ που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο συμφέροντα Αμερικανικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην περιοχή, είναι ίσως οι σημαντικότερες εξελίξεις που απασχολούν αυτή την περίοδο τις ΗΠΑ σε σχέση με την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Βέβαια οι ΗΠΑ παρατηρώντας τις επιλογές του Τούρκου Προέδρου και της Κυβέρνησης του, άρχισαν να αναζητούν εναλλακτικές λύσεις για την αντιμετώπιση του «κενού» που θα δημιουργούσε η Τουρκική αποστασιοποίηση από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ και οι Τουρκικές προσεγγίσεις με την Ρωσία. Έτσι είχαν όπως είναι γνωστό ακόμη επί Κυβέρνησης κυρίου Τσίπρα ανακηρύξει την Ελλάδα ως στρατηγικό εταίρο με τις γνωστές συναντήσεις του τότε Υπουργού των Εξωτερικών κυρίου Κατρούγκαλου στην Αμερικανική πρωτεύουσα. Το πρώτο λοιπόν ζήτημα, όπως άλλωστε διευκρίνισε ήδη η Αμερικανική πλευρά, είναι να διερευνήσουν τις προθέσεις της νέας Ελληνικής Κυβέρνησης για την συνέχεια αυτής της σχέσης. Το δεύτερο ζήτημα αφορά στη διερεύνηση του βαθμού στον οποίο η Ελλάδα υπό την νέα Κυβέρνηση είναι σε θέση να αναλάβει ενεργότερο από ότι ως σήμερα ρόλο στην περιοχή, ιδιαίτερα αφού οι ΗΠΑ βλέπουν την Τουρκία να απομακρύνεται πλέον από το Αμερικανο-νατοϊκό « άρμα», με αποτέλεσμα να έχουν σοβαρές ανησυχίες και ενδοιασμούς όχι μόνο σε πολιτικοστρατιωτικό επίπεδο, αλλά και σε οικονομικό, αφού οι πρόσφατες αποφάσεις του Τούρκου Προέδρου να καθαιρέσει τον Διοικητή της Τράπεζας της Τουρκίας και να ανακοινώσει μείωση των επιτοκίων δανεισμού, παρά το γεγονός ότι οι αρμόδιοι Διεθνείς και χρηματοπιστωτικοί οίκοι τον συμβούλευαν για το αντίθετο, θεωρήθηκαν ως εχθρικές ενέργειες προς τις διεθνείς αγορές , τις σχέσεις με τις οποίες οι ΗΠΑ προσέχουν.
Το τρίτο ζήτημα αφορά την προσέγγιση της νέας Ελληνικής Κυβέρνησης σε ορισμένα από τα γνωστά θέματα , όπως οι σχέσεις με τη Ρωσία με επίκεντρο φυσικά τα ενεργειακά θέματα και την Ουκρανία και την Κίνα λόγω της στρατηγικής της « Μία ζώνη , ένας δρόμος» ( Belt and Road Initiative) και της επένδυσης της κινέζικης COSCO στον Πειραιά αλλά και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες και το Ιράν κυρίως λόγω των εμπορικών σχέσεων που ανέπτυξαν τα ΕΛΠΕ για την αγορά πετρελαίου, όπου οι ΗΠΑ θα ήθελαν να δουν τον στρατηγικό τους εταίρο να εναρμονίζεται περισσότερο με την δική τους πολιτική. Στα ζητήματα αυτά όμως απαιτείται προσοχή διότι όπως είναι γνωστό υπάρχει διάσταση απόψεων ανάμεσα στον Αμερικανό Πρόεδρο και το Αμερικανικό Κογκρέσο όπου οι Δημοκρατικοί είναι πλέον πανίσχυροι και θεωρούν ότι ο κύριος Trump ακυρώνει επιτεύγματα όπως η Συμφωνία με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα του προερχόμενου εκ των Δημοκρατικών προκατόχου του Προέδρου Ομπάμα. Δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται και το γεγονός ότι οι ΗΠΑ εισέρχονται σιγά-σιγά σε προεκλογική περίοδο για τις Προεδρικές εκλογές του 2020, με τους Δημοκρατικούς να έχουν αποδυθεί σε έναν σκληρό αγώνα ώστε να μην επανεκλεγεί Πρόεδρος ο κύριος Trump, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να κρατηθούν κάποιες ισορροπίες.
Ο κύριος Δένδιας έχοντας σημαντική πολιτική εμπειρία και λόγω των σπουδών του στη Μεγάλη Βρετανία αξιοσημείωτες νομικές γνώσεις και το απαραίτητο στη διπλωματία Βρετανικό φλέγμα και βέβαια με επιτυχημένα δείγματα γραφής και προς τις ΗΠΑ και τη Διεθνή Κοινότητα γενικότερα, έχοντας ως Υπουργός Δημόσιας Τάξης χειριστεί δύσκολα θέματα με σημαντικές διεθνείς προεκτάσεις, έχει αποδείξει και “ως νησιώτης” πως γνωρίζει από κολύμβηση “σε βαθιά νερά”. Μπορεί συνεπώς να διαχειριστεί με σύνεση τα ζητήματα που θα τεθούν στη διάρκεια των συνομιλιών που θα έχει στην Αμερικανική πρωτεύουσα και με τον ομόλογο του και με τους ηγέτες του Αμερικανικού Κογκρέσου .
Τα θέματα αυτά όμως, όπως επίσης και οι προσεγγίσεις που θα αναπτυχθούν θα οδηγούν στην παραπέρα εμβάθυνση των Ελληνοαμερικανικών σχέσεων και την τοποθέτηση τους σε μια πιο στερεά και μακροχρόνιας πνοής βάση. Αυτό προϋποθέτει την εκπόνηση μιας στρατηγικής που θα εφαρμόζεται με συνέπεια και συνέχεια ώστε η χώρα μας έχει μόνο οφέλη από μία τέτοια εξέλιξη.