Η ισχύς της συνθήκης της Λωζάνης είναι αδιάσειστη και αποκρούει οιεσδήποτε «αιχμές» για τυχόν αναθεώρηση της. Του Χάρη ΚαραμπαρμπούνηΔημοσιεύτηκε Στις

Η ισχύς της συνθήκης της Λωζάνης είναι αδιάσειστη και αποκρούει οιεσδήποτε «αιχμές» για τυχόν αναθεώρηση της,AllTimeClassic

AllTimeClassic

Του Χάρη Καραμπαρμπούνη Πρέσβη ε.τ.

Όταν κάνουμε λόγο για τη συνθήκη της Λωζάνης, συνήθως αναφερόμαστε στην «κληρονομιά» που άφησε η θεμελιώδης αυτή διεθνής πράξη στο νομικό και πολιτικό καθεστώς της ευρύτερης περιοχής της Εγγύς Ανατολής, της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων. Ωστόσο προσεκτικότερη ανάγνωση των διαφόρων διατάξεών της θα καταδείξει ότι η ίδια η Συνθήκη αποτελεί την «κληρονομιά» άλλων προηγούμενων διεθνών πράξεων, ενεργώντας ως «καταλύτης» τους.    

Οι αδόκητες διεθνείς «αμφισβητήσεις» τον τελευταίο καιρό για την ισχύ της συνθήκης της Λωζάνης του 1923 (π.χ. δηλώσεις Τούρκων Επισήμων) καθώς και άλλες συναφείς «επιθέσεις» κατά της αρχικής συμφωνίας Σάϊκς-Πικό (Sykes-Picot) του 1916 (απειλές του Ισλαμικού κράτους για «σβήσιμο» της παραπάνω συμφωνίας, κατά την επέτειο των 100 ετών από την υπογραφή της) αποτελούν την ευκαιρία για την επανεξέταση από ιστορική άποψη του φάσματος του καθεστώτος των πολλαπλών διευθετήσεων της περιόδου 1915-1923 στον ευαίσθητο γεωπολιτικό χώρο της γειτονιάς μας.  

Dramatis Personae

Η Αγγλία ακολουθούσε πολιτική επαμφοτερίζουσα, αφού δεν τήρησε τις υποσχέσεις που έδωσε στους ΄Αραβες κατά τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο για ανεξαρτητοποίηση των επαρχιών τους, ενώ δεν σεβάστηκε όρους της Συμφωνίας Σάϊκς-Πικό, καταλαμβάνοντας περιοχές γαλλικής επιρροής, τις οποίες αντάλλαξε αργότερα με τη γαλλικής κατοχής περιοχή της  Μοσούλης. Επιπλέον, εγκατέστησε την εθνική εστία των Εβραίων, δημιουργώντας μια πρόσθετη παράμετρο που ενέπλεκε το όλο ζήτημα.

Η Γαλλία διατηρούσε μια εντυπωσιακή, ιστορικά, οικονομική (60% τουρκικού χρέους) και πολιτιστική παρουσία στην Τουρκία. Μετά την επιβεβαίωση της γαλλικής επιρροής στη Μεγάλη Συρία, η Γαλλία επιδίωξε να αντιμετωπίσει τη νέα απειλή που εκπροσωπούσε «η Τουρκία του Κεμάλ», με παράλληλη διασφάλιση των συμφερόντων της στην περιοχή. Απώτερος σκοπός της ήταν η αναθεώρηση της αγγλικής έμπνευσης Συνθήκης των Σεβρών, για την οποία ο Κλεμανσό έλεγε ότι είναι «τόσο εύθραυστη όσο και οι περίφημες πορσελάνες της γαλλικής αυτής πόλης».   

Η Ρωσία ακολουθούσε την πατροπαράδοτη πολιτική τής καθόδου στα Στενά και ευρύτερα του διαμελισμού της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ζήτησε τη βοήθεια των Συμμάχων και επέτυχε να εξασφαλίσει ορισμένα σοβαρά ανταλλάγματα (Κων/λη, Στενά, Αρμενία). Μετά την επικράτηση των Μπολσεβίκων, οι  Σοβιετικοί εξήλθαν από το σκηνικό, καταγγέλλοντας τη Συμφωνία Σάϊκς-Πικό ως ιμπεριαλιστική και συνάπτοντας σειρά συμφωνιών με τον Κεμάλ, τον οποίο ενίσχυσαν σημαντικά και με στρατιωτικό υλικό.

Η Ιταλία είχε εδαφικές βλέψεις στη Μικρά Ασία, πολλές φορές ανταγωνιστικές με εκείνες της Ελλάδας. Επιδίωκε να εξασφαλίσει σημαντικά εδαφικά ανταλλάγματα αρχικά στην περιοχή της Ατάλειας (όπως όριζε η Συνθήκη Λονδίνου του 1915) και αργότερα με επέκταση της ζώνης αυτής και προς το Βιλαέτι της Σμύρνης (υπόσχεση στη Συνθήκη του Αγ. Ιωάννη Μοριένης 1917). Ωστόσο, η δυσπιστία των Δυτικών απέναντι στους φιλόδοξους Ιταλούς και οι σοβαρές ελληνικές διεκδικήσεις στην περιοχή δεν τους επέτρεψαν να ικανοποιήσουν τις αξιώσεις τους στη Μικρά Ασία, ούτε στη Συνθήκη των Σεβρών, ούτε σε εκείνη της Λωζάνης.

Η κεμαλική Τουρκία προχώρησε στην κατάργηση του σουλτανάτου (1922) και του χαλιφάτου (1924). Απώτερος στόχος ήταν η εκδίωξη κάθε ξένου στοιχείου (΄Ελληνες, Γάλλοι, καθυπόταξη Αρμενίων, Κούρδων), επιδίωξη στην οποία συνέβαλε και η  προσέγγισή της με τους δυσαρεστημένους συμμάχους (Γάλλους, Ιταλούς) και τους αναδυόμενους Μπολσεβίκους. Τέλος, οι Άραβες προσπάθησαν να επωφεληθούν από την πορεία του πολέμου και να «συμμαχήσουν» με τους ΄Αγγλους εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προσβλέποντας προς την ανεξαρτησία τους.    

 Η ισχύς της συνθήκης της Λωζάνης είναι αδιάσειστη και αποκρούει οιεσδήποτε «αιχμές» για τυχόν αναθεώρηση της,AllTimeClassic

Πρωταγωνιστές στη μεγάλη κρίση της Ανατολής του 1914-1923  ήσαν πρώτα από όλα η Αγγλία και η Γαλλία. Ο ΄Αγγλος Πρωθυπουργός Ντέϊβιντ Λόϋντ Τζορτζ  (David Lloyd George, 1916-1922) υποστήριζε ότι ο πόλεμος μπορούσε να κερδηθεί όχι μόνο στο δυτικό μέτωπο, αλλά και στη Μέση Ανατολή, ενώ συνέβαλε στην άμβλυνση  των ακραίων απαιτήσεων της Γαλλίας στη Διάσκεψη ειρήνης του Παρισιού το 1919. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν και ο Υπουργός Εξωτερικών Μπάλφουρ (Arthur Balfour, με την ομώνυμη διακήρυξη για την εθνική εστία των Εβραίων το 1917) και ο Γουϊνστον Τσόρτσιλ (Winston Churchill, που εισηγήθηκε την αποτυχούσα εκστρατεία των Δαρδανελίων το 1915).

Ο Γάλλος Πρωθυπουργός Ζορζ Κλεμανσό (Georges Clemenceau) είχε μακρά πολιτική θητεία και αποτέλεσε τον αρχιτέκτονα της Συνθήκης των Βερσαλλιών κατά της Γερμανίας το 1919. Καθοριστική ήταν και η συνεισφορά του Υπουργού Εξωτερικών και μετέπειτα επανειλημμένα Πρωθυπουργού Αριστίντ Μπριάν (Aristide Briand). Από τη ρωσική πλευρά, σημαντικός ήταν ο ρόλος του Σεργκέϊ Σαζόνοφ, Υπουργού Εξωτερικών του Τσάρου, που αξίωνε ανταλλάγματα στην περιοχή των Στενών. Στη Γερμανία, εκτός από τον Καϊζερ Γουλιέλμο,  κρίσιμο ρόλο έπαιξε ο στρατιωτικός ΄Οθων Λίμαν φον Σάντερς (Liman von Sanders), μεταρρυθμιστής του τουρκικού στρατού, που εισηγήθηκε την εξόντωση ιδίως των Ελλήνων και των Ποντίων.

Στο τουρκικό σκηνικό, πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξαν οι Νεότουρκοι Μουσταφά Κεμάλ, Ισμέτ Ινονού (ως στρατιωτικός και διαπραγματευτής στη Λωζάνη) και Σαμίρ Μπεκί (κεμαλικός εκπρόσωπος στη Διάσκεψη του Λονδίνου το 1921). Τους ΄Αραβες εκπροσωπούσαν ο Χουσεϊν, Εμίρης της Χετζάδης (που διαπραγματεύτηκε με τους ΄Αγγλους), ο στρατιωτικός Φεϊζάλ (που κατέλαβε τη Δαμασκό) και ο ΄Ιμπν Σαούντ. Από την Ελλάδα καθοριστική ήταν η συμβολή του Πρωθυπουργού Ελ. Βενιζέλου και από άλλη σκοπιά του βασιλιά Κωνσταντίνου.

Εκτός από τους πρωταγωνιστές στα θέματα της Μέσης Ανατολής, ρόλο  έπαιξαν και τα «δεύτερα βιολιά», όπως ο ΄Αγγλος στρατιωτικός Μαρκ Σάϊκς (Mark Sykes) και ο Γάλλος διπλωμάτης Ζορζ Πικό (Georges Picot), που με την περιώνυμη συμφωνία τους έθεσαν τις βάσεις χάραξης του χάρτη της Μέσης Ανατολής. Ο επίσης στρατιωτικός Τόμας ΄Εντουαρντ Λόρενς (Thomas Edward Lawrence, γνωστός ως Λόρενς της Αραβίας), που χρησιμοποιήθηκε ως Σύνδεσμος μεταξύ Βρετανών και Αράβων και εμψύχωνε τον αραβικό λαό. Από άλλη σκοπιά, ο Γάλλος πολιτικός Φρανκλέν-Μπουγιόν(Franklin-Bouillon), αρχιτέκτονας της γαλλοτουρκικής προσέγγισης, που έγειρε την πλάστιγγα υπέρ του Κεμάλ. Οι Εβραίοι Χαϊμ Βάϊτσμαν (Chaim Weizmann, πρώτος Πρόεδρος του ανεξάρτητου Ισραήλ το 1948) και ο Λόρδος Ρότσιλντ (Πρόεδρος των Σιωνιστών Βρετανίας) που συνέβαλαν στη δημιουργία της πρώτης εβραϊκής εστίας. Και τέλος, η Βρετανίδα αρχαιολόγος και συγγραφέας Γερτρούδη Μπελ (Gertrude Bell), η οποία, με την αραβογνωσία της βοήθησε τις αγγλικές αρχές στις διεκδικήσεις τους στη μεθόριο του Ιράκ και την προσάρτηση της Μοσούλης.      

Η Συμφωνία Σάϊκς-Πικό (Sykes-Picot, Μάιος 1916).

Οι απαρχές  της Συνθήκης της Λωζάνης, που ανέτρεψε άρδην το σκηνικό στα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή, τοποθετούνται ήδη στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν οι παλιοί σύμμαχοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (Αγγλία, Γαλλία) εγκατέλειψαν την πατροπαράδοτη πολιτική τής υποστήριξης της ακεραιότητάς της και άρχισαν να τρέφουν βλέψεις εναντίον τού ούτως ή άλλως εξασθενημένου σώματός της. ‘Αλλωστε τον χώρο αυτό άρχισε να καλύπτει από τα τέλη του  19ου αιώνα η αυξανόμενη επιρροή, διείσδυση και αρωγή των ανταγωνιστριών κεντρικών δυνάμεων (Γερμανία, Αυστροουγγαρία), στο στρατόπεδο των οποίων μάλιστα η Υψηλή Πύλη εντάχθηκε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

‘Ωθηση σε μια νέα στροφή των Αγγλογάλλων έδωσαν οι ρωσικές βλέψεις στον χώρο των Στενών και της Αρμενίας καθώς και οι υπέρμετρες απαιτήσεις της Ιταλίας (όπως είχαν διατυπωθεί στη Συνθήκη προσχώρησής της στο στρατόπεδο της Αντάντ στο Λονδίνο το 1915). Κεντρική σκέψη των Βρετανών ήταν να ξεσηκώσουν τους ΄Αραβες εναντίον των Οθωμανών, υποσχόμενοι την αυτονόμησή τους μετά τη λήξη του Πολέμου (σε ανεξάρτητα ή ομόσπονδα κράτη). Αυτή η «συναλλαγή» ενσωματώθηκε στην αλληλογραφία  (1915-1916) μεταξύ του ΄Αγγλου Κυβερνήτη της Αιγύπτου Μακμαόν (McMahon) και του Χουσεϊν, Εμίρη της Μέκας.  Σύντομα στο σκηνικό αυτό εισήλθε και η Γαλλία, η οποία διατηρούσε στην περιοχή μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και είχε σημαντική πολιτιστική επιρροή.

Στο πλαίσιο αυτό, υπογράφηκε τον Μάϊο του 1916 η αγγλογαλλική μυστική «Συμφωνία Σάϊκς-Πικό»-από τα ονόματα των δύο διαπραγματευτών της-στην οποία προσχώρησε λίγο αργότερα και η Ρωσία. Με τη Συμφωνία αυτή διανεμόταν στην ουσία ο χάρτης της Εγγύς Ανατολής μεταξύ των δυνάμεων της Αντάντ και δημιουργούνταν μεταξύ τους δύο είδη ζωνών: η ζώνη «ελέγχου» και η «ζώνη επιρροής», ως εξής:  α) η Γαλλία εξασφάλιζε τον «έλεγχο» στην περιοχή της Κιλικίας (Μερσίνη, ΄Αδανα, Αλεξανδρέττα, που θα κηρυσσόταν ελεύθερος λιμένας) και στα Παράλια της Συρίας/Λιβάνου, καθώς και την «επιρροή» της στην ενδοχώρα της Συρίας και στο Β. Ιράκ (συμπεριλαμβανομένης της πετρελαιοφόρου περιοχής Μοσούλης) β) η Αγγλία διατηρούσε τον «έλεγχο» στο Νότιο Ιράκ (με τη Βαγδάτη και τη Βασόρα, μέχρι το Κουβέϊτ) και την «επιρροή» της στο δυτικό Ιράκ και την Ιορδανία γ) η Ρωσία εξασφάλιζε επαρχίες της ευρύτερης Αρμενίας (Ερζερούμ, Τραπεζούντα, Βαν κ.λπ) δ) οι τρεις δυνάμεις της Αντάντ θα ασκούσαν διεθνή «έλεγχο» στην Παλαιστίνη ε) οι ΄Αραβες είχαν ρητή υπόσχεση ότι ανάμεσα στις παραπάνω περιοχές θα δημιουργείτο «ομοσπονδία ή ενιαίο αραβικό κράτος» υπό αγγλογαλλική επιρροή.  

Ενδιαφέρον είναι ότι η Συμφωνία αυτή αναφέρεται σε-ίσως μια άγνωστη-πτυχή για την Κύπρο, της οποίας (1915-1916).η «κατοχή και διοίκηση» είχαν παραχωρηθεί στην Αγγλία (με την αγγλοτουρκική συμμαχία του 1878) και η οποία είχε προσαρτηθεί μονομερώς από το Λονδίνο, με την έναρξη του Μεγάλου Πολέμου (5/11/1914). Το 1915 η Αγγλία πρόσφερε τη μεγαλόνησο στην Ελλάδα έναντι προσχώρησης της τελευταίας στο πλευρό της Αντάντ, αλλά η τότε βασιλική κυβέρνηση απέρριψε την προσφορά. Η Συμφωνία Σάϊκς-Πικό προέβλεψε ότι «η Μεγάλη Βρετανία σε καμιά περίπτωση δεν θα διεξήγαγε διαπραγματεύσεις για την παραχώρηση της Κύπρου σε τρίτη δύναμη χωρίς τη συναίνεση της γαλλικής κυβέρνησης». Ως αντάλλαγμα θα παραχωρείτο στο Λονδίνο η χρήση των λιμένων της Χάϊφα και της ΄Ακκρας και η παροχή μέρους των υδάτων των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη (τμήμα των οποίων ανήκαν στη γαλλική σφαίρα επιρροής). Ο λόγος της αγγλικής δέσμευσης ως προς την Κύπρο μπορεί να αναζητηθεί στην προηγούμενη πρωτοβουλία του Λονδίνου να προσφέρει στην Ελλάδα την Κύπρο (χωρίς συνεννόηση με τη Γαλλία), η οποία, όμως, κείμενη απέναντι στη ζώνη γαλλικού ελέγχου (Ν.Α. Τουρκία), ενδιέφερε άμεσα το Παρίσι.   

Με την κατάληψη της εξουσίας από τους Μπολσεβίκους τον Οκτώβριο του 1917, η Συμφωνία Σάϊκς-Πικό διέρρευσε στον ρωσικό τύπο (όπως και άλλες τσαρικές συμφωνίες και εκείθεν στον βρετανικό τύπο), προκαλώντας τις έντονες αντιδράσεις των άμεσα εμπλεκομένων. Οι ΄Αραβες τη χαρακτήρισαν ως «προδοσία», αφού το περιεχόμενό της στην ουσία αντιστρατευόταν τις υποσχέσεις των ΄Αγγλων προς τον Εμίρη Χουσεϊν.  Οι σύμμαχοι Ιταλοί αντέδρασαν και εξασφάλισαν με τη συμπληρωματική Συνθήκη του Αγίου Ιωάννη της Μοριένης (Απρίλιος 1917) την υπόσχεση επέκτασης της ζώνης ελέγχου της, πέρα από την Ατάλεια και προς την περιοχή της Νοτιοανατολικής Τουρκίας. Επιπλέον, οι Μπολσεβίκοι, με την εξάπλωση της επανάστασης στη Ρωσία από το 1917 και τη συνακόλουθη αποστασία της από το συμμαχικό στρατόπεδο, ακύρωσαν το ρωσικό σκέλος της Συμφωνίας Σάϊκς-Πικό.  

Το ρευστό αυτό σκηνικό περιπλέχτηκε περισσότερο και από την απόφαση του Λονδίνου να παραχωρήσει, με τη Διακήρυξη Μπάλφουρ το 1917,  μια «εθνική εστία» στους Εβραίους στον χώρο της Παλαιστίνης, με κατοχύρωση των δικαιωμάτων των κατοίκων της. Η απόφαση αυτή των ΄Αγγλων είχε πολλαπλούς αποδέκτες: επιδίωκαν να προσεταιριστούν τους πλούσιους και με επιρροή Εβραίους της Αγγλίας για να βοηθήσουν την πολεμική τους προσπάθεια, να πιέσουν τους Αμερικανούς Εβραίους να ενθαρρύνουν την πολεμική συμμετοχή των ΗΠΑ, να πείσουν τους  Ρώσους Εβραίους επαναστάτες να μην εγκαταλείψουν το μέτωπο, να αποτρέψουν την «αραβοποίησή» της Παλαιστίνης και γενικά να διατηρήσουν τη στρατηγική τους θέση στην περιοχή ως γέφυρας με την αγγλοκρατούμενη Αίγυπτο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ανακοίνωση της απόφασης γέννησης της εστίας προς το εβραϊκό Συμβούλιο παρομοιάστηκε με τη γέννηση ενός «αγοριού»!

Ασφαλώς οι σταδιακές αυτές αποστασιοποιήσεις και αποδεσμεύσεις σε συνδυασμό με την προέλαση των Τούρκων εθνικιστών οδήγησαν στην αποδιάρθρωση της Συμφωνίας Σάϊκς-Πικό. Η «χαριστική βολή» δόθηκε στη Διάσκεψη του Σαν Ρέμο (1920), που, κινούμενη στο γενικό σχήμα της Συμφωνίας αυτής, αναδιένειμε τις περιοχές της Μέσης Ανατολής και τις υπήγαγε υπό αγγλική και γαλλική «εντολή», δηλαδή υπό αγγλική και γαλλική διοίκηση και κατοχή, με προοπτική ανεξαρτητοποίησής τους, ως εξής: η Συρία, Λίβανος και Κιλικία υπό γαλλική εντολή και η Μεσοποταμία (Ιράκ) και Παλαιστίνη υπό βρετανική εντολή. Με δύο λόγια η αρχική Συμφωνία του 1916 διαφοροποιήθηκε ουσιαστικά ως προς πολλά σημεία: ούτε οι παίκτες παρέμειναν οι ίδιοι (αποχώρηση Ρωσίας και απόσυρση των ΗΠΑ, μετά την απόρριψη της Συνθήκης των Βερσαλλιών), ούτε τα προβλεπόμενα σύνορα τηρήθηκαν, ούτε τα διεθνή καθεστώτα (ζώνες ελέγχου και επιρροής, διεθνής εποπτεία) διατήρησαν τον χαρακτήρα τους.

Συνθήκη Σεβρών (10 Αυγούστου 1920)

Η αναμόρφωση του χάρτη της Μέσης Ανατολής, που ξεκίνησε από τα μέσα του Μεγάλου Πολέμου, ολοκληρώθηκε μετά το τέλος του μέσα από ριζικές επαναστάσεις, εθνικά κινήματα και σφοδρούς πολέμους. Αυτή η αναοριοθέτηση του χάρτη της Μέσης Ανατολής δεν ήταν βέβαια προϊόν  μόνο της Συμφωνίας Σάϊκς-Πικό, αλλά και της ήττας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον πόλεμο, που, με την υπογραφή της ανακωχής του Μούδρου (1918) έδωσε το πράσινο φως για την εγκατάσταση των ξένων δυνάμεων (και της Ελλάδας) σε στρατηγικά σημεία της (π.χ. Κωνσταντινούπολη και Σμύρνη). Στο μεταξύ από τα μέσα του 1919 άρχισε να αναπτύσσεται το εθνικό κίνημα του Κεμάλ , που απέβλεπε στην οριστική εκδίωξη κάθε ξένου στοιχείου και την ανατροπή του παλιού σουλτανάτου (1922) και χαλιφάτου (1924).  

Η κατάληξη ήταν υπογραφή της θεμελιώδους Συνθήκης Ειρήνης των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920), που διέλυσε κυριολεκτικά την Οθωμανική Αυτοκρατορία και απέφερε τεράστια κέρδη για τη χώρα μας με τη γνωστή ρήση για την «Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών”, που προσαρτούσε τα Νησιά του Αιγαίου και την Ανατολική Θράκη και αποκτούσε κυριαρχικά δικαιώματα στην περιοχή της Σμύρνης.  Η Τουρκία αναγνώριζε την προσάρτηση της Κύπρου από την Αγγλία (από 5 Νοεμβρίου 1914), την κήρυξη του αγγλικού προτεκτοράτου στην Αίγυπτο (από 5 Νοεμβρίου 1914). Επίσης η΄Αγκυρα παραιτήθηκε από την πλήρη κυριαρχία της στη Λιβύη και τα Δωδεκάνησα υπέρ της Ιταλίας, ενώ δέχτηκε τη δημιουργία ανεξάρτητης Αρμενίας και αυτόνομου Κουρδιστάν.  Οι αραβικές επαρχίες ανακηρύσσονταν ανεξάρτητες υπό αγγλική και γαλλική «εντολή».

Ειδικές Συμβάσεις, προσαρτημένες στο κύριο Σώμα της Συνθήκης,  καθόριζαν α) το καθεστώς των Στενών (ελεύθερη ναυσιπλοϊα, αφοπλισμός παράκτιων εδαφών τους) β) την παραχώρηση στην Ελλάδα της πρώην βουλγαρικής Δυτικής Θράκης μέσω των Συμμάχων τής Αντάντ γ) την παραχώρηση  των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα από την Ιταλία (με όρους) δ) την κατάργηση των «εγγυήσεων» των τριών Μεγάλων Δυνάμεων, που είχαν θεσπιστεί με τις συνθήκες του Λονδίνου του Μαϊου 1832 και του Μαρτίου 1864.

Η Συνθήκη αυτή συνάντησε τη σφοδρή αντίδραση όλων των εμπλεκομένων, που δεν έσπευσαν στην επικύρωσή της. Με εξαίρεση τον Σουλτάνο, που, κάω από πίεση, δέχθηκε τη Συνθήκη αυτή, οι Κεμαλιστές τήρησαν εχθρική στάση , επειδή έβλεπαν τη χώρα της να «διαλύεται». Αλλά και οι άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις δεν ήσαν ιδιαίτερα ευτυχείς με τη ρύθμιση , λόγω των έντονων ανταγωνισμών των ‘Αγγλων με τους Γάλλους, που χαρακτήριζαν τη Συνθήκη ως θρίαμβο της αγγλικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή ή της δυσαρέσκειας της ανικανοποίητης Ιταλίας. Επειδή όμως οι τελευταίες εξακολουθούσαν να τρέφουν μεγάλα συμφέροντα στην περιοχή, προσπάθησαν να «διασώσουν» το βασικό σώμα των Σεβρών και συγκάλεσαν Διάσκεψη στο Λονδίνο (Φεβρουάριος 1921) για την αναθεώρησή τους. Ωστόσο και η πρωτοβουλία αυτή οδηγήθηκε σε ναυάγιο, αφού οι Μεγάλες Δυνάμεις διαφωνούσαν για τον τρόπο επίλυσης του ανατολικού ζητήματος (και μάλιστα είχαν προτείνει απογραφή στην περιοχή της Σμύρνης), ενώ οι θέσεις των  δύο γειτόνων ήσαν διαμετρικά αντίθετες (οι Τούρκοι επέμειναν σε προηγούμενη εκκένωση της Σμύρνης και της Ανατολικής Θράκης από τα ελληνικά στρατεύματα και οι ΄Ελληνες απέρριπταν την πρόταση απογραφής και ισχυρίζονταν ότι θα μπορούσαν να συντρίψουν τον Κεμάλ).

Στο ίδιο πλαίσιο ο Κεμάλ προσέγγισε τη Γαλλία ήδη στη διάρκεια της  παραπάνω Διάσκεψης του Λονδίνου του 1921. Ο τότε Επίτροπος των Εξωτερικών Υποθέσεων τού Κεμάλ Μπεκίρ Σαμί υπέγραψε μια πρώτη Συμφωνία, που επιβεβαιώθηκε αργότερα με τη νεότερη Συμφωνία του Γάλλου πολιτικού Φρανκλέν-Μπουγιόν (Οκτώβριος 1921) και που προέβλεπε την αποχώρηση των Γάλλων από την περιοχή της Κιλικίας έναντι παραχώρησης σε αυτούς σπουδαίων οικονομικών ανταλλαγμάτων. Ανάλογη συμφωνία στη Διάσκεψη του Λονδίνου υπέγραψε και η Ιταλία που αποχωρούσε από την περιοχή της Ατάλειας, εξασφαλίζοντας επίσης οικονομικά ανταλλάγματα.

Ο μελλοντικός ηγέτης της Τουρκίας επωφελήθηκε από τη γενική κατάσταση ρευστότητας στην περιοχή και κυρίως από τις ανταγωνιστικές πολιτικές των Μεγάλων Δυνάμεων για να διασπάσει τους Συμμάχους και να δημιουργήσει χωριστούς διαύλους συνεργασίας και συμφωνίας. Πρώτη επιλογή του Κεμάλ ήταν η νέα επαναστατημένη Ρωσία που δημιουργήθηκε το 1917, παρά την ανεπιτυχή επέμβαση των Δυτικών το 1919-1920 (συμπεριλαμβανομένης και της χώρας μας). Τα δύο ντε φάκτο καθεστώτα είχαν εξ άλλου πολλά κοινά σημεία: την ολοκλήρωση της επικράτησής τους στο εσωτερικό, την ανάγκη αναγνώρισής τους από τη διεθνή κοινότητα και την αντιμετώπιση του κοινού τους εχθρού, την δηλαδή της Αντάντ και γενικά του δυτικού στρατοπέδου. Σύντομα ο Κεμάλ υπέγραψε με τη Μόσχα διάφορες συμφωνίες (Στρατιωτική Συμφωνία 1920, Συνθήκη Αδελφότητας 1921, Συνθήκη Καρς 1921, Συνθήκη ΄Αγκυρας 1922 και αργότερα Συμφωνία μη επίθεσης 1925) που του παρείχαν υλική και στρατιωτική βοήθεια, ακύρωναν προηγούμενες συμφωνίες (Τσάρου-Σουλτάνου), επέστρεφαν στην Τουρκία μερικά παλαιότερα οθωμανικά εδάφη, ενώ άφηναν ανοιχτό το θέμα των Στενών.  

Οι επιπτώσεις των γαλλοτουρκικών συμφωνιών ήσαν πολλαπλές: α) διέσπασαν τη συμμαχική ενότητα, αφού οι ΄Αγγλοι τις θεώρησαν ως ντε φάκτο αναγνώριση του Κεμάλ και ως παραβίαση της Δήλωσης του Λονδίνου του 1914 για μη σύναψη χωριστής συνθήκης και β) άλλαξαν άρδην την πορεία του μικρασιατικού μετώπου αφού αποδέσμευαν τις δυνάμεις του Κεμάλ από την Κιλικία που κατευθύνθηκαν εναντίον του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος, ενώ δημιούργησαν προσφυγικό πρόβλημα για χιλιάδες ΄Ελληνες που αναγκάστηκαν να εκκενώσουν την περιοχή της Κιλικίας.  

Η Συνθήκη της Λωζάνης:«κληρονόμος και καταλύτης (24 Ιουλίου 1923)
Η Συνθήκη της Λωζάνης προβάλλεται στη διεθνή σκηνή, ως η σπουδαιότερη διεθνής πράξη του Ανατολικού Ζητήματος, μετά τη Συνθήκη του Παρισιού που τερμάτιζε τον Κριμαϊκό Πόλεμο (1856) και τη Συνθήκη του Βερολίνου (1878) που καθόριζε έναν νέο χάρτη στα Βαλκάνια. Πράγματι, με τη Συνθήκη αυτή, η Ελλάδα α) οριστικοποίησε την κυριαρχία της στα νησιά του Β. Αιγαίου (όπως η Λέσβος, Χίος, Σάμος, Ικαρία, Λήμνος, Σαμοθράκη, έστω και με καθεστώς ημι-αποστρατιωτικοποίησης για μερικά από αυτά) β) διατήρησε την ελληνική κυριαρχία στη Δυτική Θράκη  γ) επέτυχε την οριστική αναγνώριση της κυριαρχίας της στο΄Αγιον ΄Ορος δ) εξασφάλισε τη χορήγηση ειδικού καθεστώτος τοπικής αυτοδιοίκησης σε άλλα νησιά (π.χ. ΄Ιμβρος, Τένεδος) ε) αποσόβησε τη μεταφορά της έδρας του Οικουμενικού Πατριαρχείου από την Κωνσταντινούπολη στ) απέτρεψε την επιδείνωση της ήδη δυσμενούς θέσης (π.χ. διωγμοί) των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, μέσω της υποχρεωτικής ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών της Τουρκίας και Ελλάδας αντίστοιχα. Σε αντίθεση αναγκάστηκε να εκκενώσει τη Σμύρνη και την Ανατολική Θράκη, ενώ δεν απέφυγε την προσάρτηση των Δωδεκανήσων από την Ιταλία.

Η ισχύς της συνθήκης της Λωζάνης είναι αδιάσειστη και αποκρούει οιεσδήποτε «αιχμές» για τυχόν αναθεώρηση της ,AllTimeClassicΑπό την άλλη πλευρά, η Τουρκία α) εξασφάλισε την κυριαρχία της στην Κωνσταντινούπολη, Κιλικία και Ατάλεια β) παραιτήθηκε από την Αίγυπτο και την  Κύπρο υπέρ της Αγγλίας και από τη Λιβύη και τα Δωδεκάνησα υπέρ της Ιταλίας γ) αποδέχθηκε τον καθορισμό των συνόρων της προς τη Συρία (στη βάση εκείνων της Συμφωνίας  Φρανκλέν-Μπουγιόν 1921) και προς το Ιράκ (τελική Συμφωνία το 1926, με απώλεια της Μοσούλης υπέρ των Άγγλων) δ) αναγνώρισε έμμεσα τη χορήγηση του καθεστώτος εντολών για τις υπόλοιπες περιοχές της Μέσης Ανατολής (υπέρ της Αγγλίας και Γαλλίας) ε) απαλλάχτηκε από τη δέσμευση των Σεβρών για αυτονόμηση ορισμένων περιοχών της πρώην Οθωμανικής αυτοκρατορίας (Αρμενία, Κουρδιστάν) στ)  αναγνώρισε καθεστώς προστασίας των αλλοδαπών μειονοτήτων ζ) επέτυχε την οριστική κατάργηση των επαχθών Διομολογήσεων η) ρύθμισε με επωφελή τρόπο το θέμα του οθωμανικού χρέους.

Αυτό το καθεστώς μπορούμε να χαρακτηρίσουμε ως «την κληρονομιά της Λωζάνης» στο Ανατολικό Ζήτημα. Ωστόσο, προσεκτικότερη μελέτη του κειμένου της Συνθήκης αυτής κατεδείκνυε ότι η διεθνής αυτή πράξη δεν αποτελούσε μια συνήθη Συνθήκη Ειρήνης, όπως οι ανάλογες που θέτουν απλά οριστικό τέρμα σε μια διμερή ή διεθνή σύρραξη. Πράγματι, η Συνθήκη περικλείει πολλές διατάξεις που στην ουσία αναγνωρίζουν «εκ των υστέρων» προηγούμενες διεθνείς συμφωνίες, αλλά είχαν μείνει ανολοκλήρωτες ή είχαν μονομερή χαρακτήρα. Συγκεκριμένη η ηττημένη Οθωμανική Αυτοκρατορία αναγκάζεται να νομιμοποιήσει όλες τις διεθνείς πράξεις που της είχαν επιβληθεί στο άμεσο παρελθόν από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Από τη σκοπιά αυτή, αποτέλεσε και τον «καταλύτη» ενός ολόκληρου ιστορικού δράματος που παίχτηκε στα Βαλκάνια και την ευρύτερη Ανατολή από το 1911 μέχρι το 1923. Αυτή η  διπλή σημασία της Συνθήκης αυτής την καθιστά ως μια από τις θεμελιώδεις διεθνείς πράξεις όχι μόνο ειρήνευσης του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και των ευρύτερων διεθνών σχέσεων του 20ού αιώνα. Ας δούμε ειδικότερα τις διατάξεις αυτές που ενεργούσαν ως «καταλύτης», παραβάλλοντάς  της με προηγούμενες διεθνείς πράξεις.

  1. «Νησιά Β. Αιγαίου» (άρθρο 12): επικυρώνεται η κυριαρχία της Ελλάδας στα νησιά, όπως προβλεπόταν στη Διακοίνωση των Μεγάλων Δυνάμεων της 13 Φεβρ. 1914, σε εκτέλεση των Συνθηκών του Λονδίνου του 1913 και των Αθηνών (άρθρο 15). Επίσης ορίζεται η μερική αποστρατιωτικοποίηση σε αρκετά από αυτά, όπως οριζόταν στη Διακοίνωση του 1914 (και όχι στη Συνθήκη των Σεβρών).
  2. «Δυτική Θράκη». (XVI) : επικυρώνεται η ισχύς της «Ειδικής Σύμβασης της Συνθήκης των Σεβρών (που αποτελούσε χωριστό σώμα από τον κύριο κορμό της Συνθήκης) για την παραχώρηση στη χώρα μας της Δυτικής Θράκης από της υπογραφής της Συνθήκης των Σεβρών (1920).
  3. «Προστασία μειονοτήτων» (άρθρο 37 και επ.): επιβεβαιώνεται η ισχύς της «Ειδικής Σύμβασης για την προστασία των μειονοτήτων» της Συνθήκης των Σεβρών και για την παραίτηση των τριών Μεγάλων Δυνάμεων από τα εγγυητικά τους δικαιώματα (με βάση τις συνθήκες του Λονδίνου 1832 και 1863/64) από της υπογραφής της Συνθήκης των Σεβρών (1920).
  4. «Δωδεκάνησα» (άρθρο 15): παραιτείται η Τουρκία από τα Δωδεκάνησα υπέρ της Ιταλίας, όπως προβλεπόταν και στη Συνθήκη των Σεβρών (και ως «ενέχυρο» από τη Συνθήκη του Ουσί του 1912, που τερμάτισε τον ιταλοτουρκικό πόλεμο του 1911-1912.
  5. «Κύπρος»(άρθρο 20): αναγνωρίζεται από την Τουρκία η μονομερής προσάρτηση της Κύπρου, που είχε κηρυχθεί από τη βρετανική κυβέρνηση στις 5 Νοεμβρίου 1914, με τη διακοπή των αγγλοτουρκικών διπλωματικών σχέσεων.  
  6. «Ανταλλαγή πληθυσμών» (ΙΧ Δήλωση): συμπληρώνεται η Σύμβαση για την ανταλλαγή πληθυσμών του Ιανουαρίου 1923 όσον αφορά τη διατήρηση των περιουσιών των Μουσουλμάνων που εγκατέλειψαν την Ελλάδα.
  7. «Αίγυπτος» (άρθρο  17): παραιτείται η Τουρκία από κάθε δικαίωμα στην Αίγυπτο και το Σουδάν από 5 Νοεμβρίου 1914 (όπως περίπου και στη Συνθήκη των Σεβρών), με τη διακοπή των αγγλοτουρκικών διπλωματικών σχέσεων.
  8. «Λιβύη» (άρθρο 22): αναγνωρίζεται  από την Τουρκία η οριστική κατάργηση κάθε δικαιώματος ή προνομίου, τα οποία απολάμβανε στη Λιβύη, όπως προβλεπόταν  στην παραπάνω Συνθήκη του Ουσί της 18 Οκτ. 1912, δηλαδή παραιτείται η Τουρκία από κάθε κυριαρχία της στην Τρίπολη και Κυρηναϊκή.
  9. «Συρία»(άρθρο 3): καθορίζονται ως βάση των συροτουρκικών  συνόρων εκείνα της γαλλοοτουρκικής συμφωνίας της 20 Οκτ.1921 ( άρθρο 8).
  10. «Οθωμανικό χρέος» (άρθρο 46 και επ.): κατανέμεται το οθωμανικό χρέος μεταξύ της Τουρκίας και των κρατών υπέρ των οποίων αποσπάστηκαν εδάφη κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913 και των κρατών στα οποία παραχωρήθηκαν νήσοι με τη Συνθήκη της Λωζάνης (στην Ελλάδα τα νησιά του Β. Αιγαίου, στην  Ιταλία τα Δωδεκάνησα).
  11. «Διεθνείς Συμβάσεις» (άρθρο 99 και επ.): προσχωρεί η Τουρκία σε πάνω από 30  διεθνείς συνθήκες σε τομείς διεθνούς συνεργασίας (της περιόδου 1888-1919).
  12. «Σουδάν» (άρθρο 113  μόνο στη Συνθήκη των Σεβρών): επικυρώνεται η  αγγλοαιγυπτιακή Σύμβαση της 19 Ιανουαρίου 1889 σχετική με το καθεστώς και τη διοίκηση του Σουδάν.
  13. «Μαρόκο/Τυνησία» (άρθρα 118 και 120 μόνο στη Συνθήκη των Σεβρών): αναγνωρίζονται αναδρομικά  από την Τουρκία τα προτεκτοράτα που είχε κηρύξει η Γαλλία στην Τυνησία από 12 Μαϊου 1881 και στο Μαρόκο από 30 Μαρτίου 1912.

Συμπεράσματα

  1. Η Συμφωνία Σάϊκς-Πικό στην πράξη ουδέποτε ίσχυσε όπως τουλάχιστον καταγράφηκε στην αρχική της μορφή. Και όσες διατάξεις της φαίνονται ότι «κληρονομήθηκαν» αναφορικά με τη λεγόμενη «μοιρασιά» της Μέσης Ανατολής (εντολές Γαλλίας σε Συρία και Λίβανο, Αγγλίας σε Ιράκ και Παλαιστίνη) ήσαν ως επί το πλείστον αποτέλεσμα της ήττας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, των δυναμικών στρατιωτικών κινήσεων  των δύο Μεγάλων Δυνάμεων και των διπλωματικών χειρισμών που ακολούθησαν. Αυτήν την πραγματικότητα αποτύπωσε η τελική Συνθήκη της Λωζάνης.
  2.  Η ανάληψη της γαλλικής εντολής στη Κιλικία αποδείχτηκε επιζήμια για τη Γαλλία και τους Συμμάχους της, αφού την ανάγκασε να διευθετήσει εσπευσμένα τη σε βάρος της κατάσταση στην περιοχή αυτή, διασπώντας το συμμαχικό δεσμό και δίνοντας χρόνο στον Κεμάλ να ανατρέψει το σκηνικό της Ανατολής και να αναγνωριστεί διεθνώς. Η γαλλοτουρκική προσέγγιση και η Συμφωνία Μπουγιόν-Κεμάλ αποτέλεσε κρίσιμη καμπή τόσο για την εξέλιξη του μετώπου της Μικράς Ασίας όσο και για τις σχέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων.
  3.  Αν προσπαθήσουμε να ισοζυγίσουμε τα κέρδη και τις απώλειες της Ελλάδας και της Τουρκίας στη Συνθήκη της Λωζάννης θα διαπιστώσουμε μια κατάσταση «λεπτής ισορροπίας». Οι απώλειες της Ελλάδας δεν ήσαν περισσότερες από τα εδαφικά οφέλη που θα μπορούσε να «κρατήσει» και από εκείνα που είχε ήδη δικαιωματικά κατακτήσει ως αποτέλεσμα προηγούμενων νικηφόρων της πολέμων και επιτυχών διπλωματικών χειρισμών. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα α) διατήρησε τα νησιά του Β. Αιγαίου που της είχαν αποδοθεί από το 1913 και 1914, παρά την αμφισβήτησή τους από την Τουρκία και την Ιταλία β) επιβεβαίωσε την κυριαρχία της στη Δυτ. Θράκη, παρά τη διεκδίκησή της από την  Τουρκία και τη Βουλγαρία γ) διευθέτησε το ζήτημα του Αγ. ΄Ορους, παρά τις ρωσικές αξιώσεις δ) διέσωσε την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. «Εκκένωσε» τη Σμύρνη και την Ανατολική Θράκη, που στην ουσία δεν είχε καν προλάβει να τις αφομοιώσει.

΄Οσον αφορά την Τουρκία, οι απώλειές της ήσαν μάλλον περιορισμένες. Δεν κράτησε τα νησιά του Β. Αιγαίου που τα είχε ήδη «χάσει» από το 1913, ούτε τις αραβικές επαρχίες, την αποκοπή των οποίων από τον οθωμανικό κορμό των το  ίδιο το «Εθνικό Συμβόλαιο» του Κεμάλ είχε δεχθεί, εφόσον θα πορεύονταν προς την ανεξαρτησία τους. Αντίθετα, επέτυχε την οριστική εκδίωξη μεγάλου τμήματος του ελληνισμού και του ξένου στοιχείου από τον τουρκικό χώρο και ακύρωσε τις διαμελιστικές προτάσεις για την Αρμενία και το Κουρδιστάν, ενώ κατήργησε τις διαχρονικές και εξευτελιστικές Διομολογήσεις.

  1. Με δύο λόγια, το οικοδόμημα της Συνθήκη της Λωζάνης είναι ένα ιδιαίτερα συμπαγές οικοδόμημα, αφού  στηριζόταν σε τρεις δομημένους πυλώνες:

(α) Στον «νομικό πυλώνα», όπου νομική επιχειρηματολογία υπέρ της αρχής  της «pacta sunt servanda» (τήρηση των συμπεφωνημένων) και κατά της αθεμελίωτης επίκλησης της ρήτρας rebus sic stantibus (εφόσον τα πράγματα παρέμεναν ως είχαν) είναι αδιάσειστη και αποκρούει οιεσδήποτε «αιχμές» για τυχόν αναθεώρηση της Συνθήκης.   

(β) Στον «ιστορικό πυλώνα», αφού στην ουσία ενσωμάτωνε σειρά προηγούμενων διεθνών πράξεων ποικίλων μορφών (συμφωνίες, μονομερείς διακηρύξεις, διεθνείς αποφάσεις), απότοκες πληθώρας ιστορικών συμβάντων και τεσσάρων πολέμων (Ιταλοτουρκικός του 1911-1912, Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Μικρασιατικός πόλεμος 1920-1922), τις οποίες αναγνώριζε και νομιμοποιούσε, έστω και των εκ των υστέρων.

(γ) Στον “πολιτικό πυλώνα», δηλαδή στο γεγονός ότι η Συνθήκη της Λωζάνης επιτύγχανε τον συμβιβασμό των συμφερόντων των συμβαλλομένων μερών, με τρόπο αρκετά ισόρροπο, στη βάση της αρχής του «win-win».

Η Συνθήκη της Λωζάνης είναι και από αυτές τις τρεις απόψεις δύσκολο να κλονιστεί. Πως είναι δυνατό να ανατραπεί ένα τέτοιο ήδη διαμορφωμένο καθεστώς μέσα από έναν πολιτικά ανιστόρητο αναθεωρητισμό και ένα νομικά ακλόνητο ιστό, ιδίως όταν επιχειρείται να αμφισβητηθεί από μια πλευρά και μάλιστα με μονομερή τρόπο;

*Το άρθρο που ο κύριος Καραμπαρμπούνης ευγενικά μας παραχώρησε έχει δημοσιευθεί στο περιοδικό Foreign Affairs (Hellenic edition)  Απρίλιος-Μάιος 2018 

Ο Πρέσβης ε.τ. Χάρης Καραμπαρμπούνης έχει υπηρετήσει σε ποικίλες θέσεις στο εξωτερικό (Ν. Υόρκη, Αλεξάνδρεια, Βελιγράδι, Βρυξέλλες) και έχει διατελέσει Διευθυντής του Διπλωματικού Γραφείου στη Βουλή και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Είναι συγγραφέας βιβλίων και πολυάριθμων άρθρων για τις διεθνείς σχέσεις και τα εθνικά θέματα, ενώ έχει διδακτική προσφορά στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.    

**Το θέμα αποτελεί προδημοσίευση  της εισήγησης του συγγραφέα στη συζήτηση της Στρογγυλής Τραπέζης που διοργάνωσε το Ινστιτούτο για τη Μεσόγειο στις 8 Φεβρουαρίου 2017 με θέμα «Διεθνείς Συνθήκες στην Ανατολική Μεσόγειο-Συνθήκη της Λωζάνης και άλλες διευθετήσεις», η οποία θα περιληφθεί στη Σειρά Εκδόσεων του Ινστιτούτου για τη Μεσόγειο Mediterranenan Agenda”, με τις απαραίτητες, λόγω των αναγκών της ΄Εκδοσης, διασαφήσεις.

Σύντομη Ειδική Βιβλιογραφία

Basbous Antoine Ισλαμισμός. Μια αποτυχημένη επανάσταση; Εκδ. Παπαδήμα 2003

Basbous Antoine Le Tsunami Arabe.Ed.Fayard 2011

Bickerton Ian/Klausner Carla A Concise History of the Arab-Israel Conflict. Publ. Prentice Hall 2002   

Constantopoulou Fotini (ed.) The Foundation of the Modern Greek State. Major Treaties and Conventions. Publ. Kastaniotis 1999

Fraser T.G. The Arab-Israeli Conflict. Publ.  Palgrave Macmillan 2008

Gerwarth Robert The vanquished. Publ. The Penguin Books 2016

Gresh Alain/Vidal Dominique Les 100 clés du Proche-Orient. Ed. Hachette 2006

Halliday Fred Η Μέση Ανατολή στις Διεθνείς Σχέσεις. Εκδ. Ξιφαράς 2010

Lemarchand Philippe Atlas Géopolitique du Moyen Orient et du Monde Arabe. Ed. Complexe 1994

McMeekin Sean The Ottoman Endgame. Publ.  Penguin Books 2015    

Pappe Ilan  Η Ιστορία της Σύγχρονης Παλαιστίνης. Εκδ. Κέδρος 2007

Parker Richard The Middle East. Publ. CQ Press 2007

Rogan Eugene  The Fall of the Ottomans. Publ. Penguin Books 2015

Schmidt Jean-Jacques Les Sept Clés du  Monde Arabe. Publ. du Dauphin 2005

Yambert Karl (ed.) The Contemporary Middle East. Publ. Westview 2006

΄Αρμστρογκ Κάρεν Ισλάμ. Μια σύντομη ιστορία. Εκδ. Πατάκη 2000

Γιαννακόπουλος Βασίλης Αραβική ΄Ανοιξη. Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική. Εκδ. Λύχνος 2012

Γούναρης Εμμανουήλ Το εδαφικό καθεστώς της Ελλάδας και οι Συνθήκες στα πλαίσια της Διπλωματικής Ιστορίας. Εκδ. Ι. Σιδέρης 2010

Ηρακλείδης Αλέξης Η αραβοϊσραηλινή αντιπαράθεση. Εκδ. Παπαζήση 1991

Κουσκουβέλης Ηλίας Η Αραβική ΄Ανοιξη. Εκδ. Πανεπιστημίου Μακεδονίας 2012

Κυμιωνής Ιω. 1920. Η Συνθήκη των Σεβρών. Εκδ. Υπουργείου Εξωτερικών 1920

Λυγερός Σταύρος Σταυροφόροι Χωρίς Σταυρό. Εκδ. Λιβάνης 2010

Ντάλης Σωτήρης (επιμ.). Ο Πόλεμος στο Ιράκ και η Διεθνής Κοινότητα. Εκδ. Ινστιτούτο Αμυντικών Αναλύσεων 2003

Ρούσσος Σωτήρης Η κινούμενη Άμμος της Ηγεμονίας. Εκδ. Μελάνι 2008

Σακκάς Γιάννης Οι ΄Αρaβες στη νεότερη και σύγχρονη. Ιστορία και Κοινωνία. Εκδ. Πατάκη 2002