Αποκαλυπτικός ήταν σε συνέντευξη που έδωσε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων και στον Δημήτρη Μάνωλη, ο πρεσβευτής της Τουρκίας στην Ελλάδα Μπουράκ Οζούγκερτζιν σχετικά με το πως θα διευθετήσει η Τουρκία τα ελληνοτουρκικά, λίγο πριν την συνάντηση του ‘Ελληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τον Τούρκο πρόεδρο Τ. Ερντογάν.
Η Τουρκία πιθανόν να επιδιώξει την παραπομπή όλων των διαφορών που θεωρεί ότι έχει με την Ελλάδα στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, κάνοντας χρήση των μηχανισμών επίλυσης διαφορών που προσφέρει το σύστημα των Ηνωμένων Εθνών.
Ο Τούρκος πρεσβευτής σε ερώτηση που του έγινε για την τουρκική προκλητικότητα στο Αιγαίο και τον αυξημένο αριθμό υπερπτήσεων και παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου απάντησε πως «σας ζητώ ειλικρινά να εξετάσετε τι συμβαίνει στην πραγματικότητα στο Αιγαίο. Σας παροτρύνω να καταλάβετε τι σημαίνουν οι τουρκικές πτήσεις και τι λέει το διεθνές δίκαιο γι’ αυτό. Και πάλι, μπορεί να σας εκπλήξει να ακούσετε ότι στην πραγματικότητα είναι η Τουρκία που υποδεικνύει ότι η προσήλωση στο διεθνές δίκαιο θα συμβάλλει στη μείωση των εντάσεων».
Ενώ σχετικά με το casus belli ο κύριος Οζούγκερτζιν δήλωσε ότι «ο φαύλος κύκλος στον οποίο βρίσκουμε τους εαυτούς μας, μάλλον δεν θα λύσει τίποτα για πολύ καιρό. Ήρθε η ώρα οι εκπρόσωποι των λαών, οι βουλευτές, να ακούσουν ο ένας τον άλλον, αντί να στρέφουν τις πλάτες τους ο ένας στον άλλον».
‘Ολη η συνέντευξη του πρεσβευτή της Τουρκίας στην Ελλάδα κυρίου Μπουράκ Οζούγκερτζιν:
-Ποιες είναι οι προσδοκίες από την επικείμενη επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στην Τουρκία και τη συνάντησή του με τον Τούρκο Πρόεδρο;
Προσβλέπουμε πάρα πολύ σε αυτή την επίσκεψη. Είναι φυσικό οι ηγέτες γειτονικών χωρών να επισκέπτονται συχνά ο ένας τον άλλο και να μιλούν για θέματα αμοιβαίων συμφερόντων και κοινών ανησυχιών. Είναι αλήθεια ότι σήμερα έχουμε κάθε είδους νέα μέσα αλληλοενημέρωσης, αλλά πιστεύω σταθερά στις επαφές πρόσωπο με πρόσωπο. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα τις ελπίδες και τις ανησυχίες και τις ιδέες του συνομιλητή που κάθεται απέναντι στο τραπέζι. Και αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο μπορούμε να προωθήσουμε μια θετική ατζέντα.
-Πώς θα χαρακτηρίζατε σήμερα το επίπεδο των ελληνοτουρκικών σχέσεων και τις προοπτικές να επιλυθούν τα όποια ζητήματα με βάση το διεθνές δίκαιο;
Γνωρίζω ότι οι διπλωμάτες υποτίθεται ότι είναι αισιόδοξοι από τη φύση τους. Αλλά πραγματικά πιστεύω ότι θα έρθουν καλύτερες ημέρες, ειδικά αν μπορούμε να ξεφύγουμε από τις συνήθειες μας. Υπάρχουν πράγματι ορισμένα εκκρεμή ζητήματα μεταξύ των χωρών μας. Κατά τον ίδιο τρόπο, θα ήταν δύσκολο να βρεθούν δύο γείτονες οπουδήποτε στον κόσμο που ισχυρίζονται ότι έχουν απολύτως μηδενικά ζητήματα μεταξύ τους. Το πραγματικό ερώτημα είναι: έχουμε τη βούληση να αντιμετωπίσουμε αυτά τα ζητήματα με σκοπό την επίλυσή τους ή προτιμούμε να συνεχίσουμε να παραπονιόμαστε για τους γείτονές μας.
Φαίνεται να υπάρχει η πεποίθηση στην Αθήνα ότι η Τουρκία δεν επιθυμεί την προσφυγή στο διεθνές δίκαιο για την αντιμετώπιση προβλημάτων με την Ελλάδα. Τίποτα δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια. Πάντα λέμε ότι είμαστε έτοιμοι να χρησιμοποιήσουμε οποιονδήποτε από τους μηχανισμούς επίλυσης διαφορών που παρουσιάζει το σύστημα των Ηνωμένων Εθνών, τη διαπραγμάτευση, τη διαιτησία, την προσφυγή στη δικαιοσύνη κ.λπ. Σας εκπλήσσει αυτό;
-Η Ελλάδα δεν έχει διεκδικήσεις εναντίον της Τουρκίας, αλλά η Τουρκία έχει σε σχέση με τα νησιά του Αιγαίου. Γιατί;
Ασχολούμαι με τα θέματα του Αιγαίου καιρό τώρα και μερικές φορές μένω πραγματικά έκπληκτος για το πώς τα συναισθήματα και οι ανησυχίες από τη μια πλευρά αντικατοπτρίζονται στην άλλη πλευρά. Ο καλύτερος τρόπος για να αφήσουμε πίσω μας αυτές τις ανησυχίες είναι το να καθίσουμε και να μιλήσουμε, και να λύσουμε ό,τι μπορούμε άμεσα, και να συμφωνήσουμε να αφήσουμε το διεθνές δίκαιο να κανονίσει τα υπόλοιπα.
-Υπάρχει μια απόφαση του τουρκικού κοινοβουλίου περί κήρυξης πολέμου, που είναι το casus belli, εάν η Ελλάδα πάρει κάποιες αποφάσεις. Δεν θα ήταν πολύ καλή κίνηση να αποσύρετε αυτή την απειλή;
Αυτή είναι μια καλή ερώτηση και εδώ σας παραπέμπω στην επισήμανση που έκανα νωρίτερα σχετικά με τις αντικατοπτριζόμενες ανησυχίες. Η διακήρυξη του τουρκικού κοινοβουλίου από τη δεκαετία του ’90 δεν έγινε στο κενό. Ήταν μια απάντηση σε ένα βήμα που έκανε το ελληνικό κοινοβούλιο μόλις μια εβδομάδα πριν.
Έτσι ήταν μια αντίδραση σε αυτό που αισθανθήκαμε ότι ήταν μια πιθανή κίνηση που θα παραβίαζε σε μεγάλο βαθμό τα νόμιμα δικαιώματα μας και θα μας έπνιγε στο Αιγαίο. Και πάλι, ως γείτονες πρέπει να διατηρούμε πάντα τα κανάλια διαλόγου ανοικτά για να βεβαιωθούμε ότι καταλαβαίνουμε και συναισθανόμαστε τις θέσεις των άλλων. Αυτός ο φαύλος κύκλος στον οποίο βρίσκουμε τους εαυτούς μας, μάλλον δεν θα λύσει τίποτα για πολύ καιρό. Ήρθε η ώρα οι εκπρόσωποι των λαών, οι βουλευτές, να ακούσουν ο ένας τον άλλον, αντί να στρέφουν τις πλάτες τους ο ένας στον άλλον. Πράγματι, και οι δύο λαοί απλώς επιθυμούν να ζουν με ειρήνη και ευημερία, και οι εκλεγμένοι βουλευτές μας πρέπει να συμβάλουν στην επίτευξη αυτού του στόχου.
-Ένα άλλο πράγμα που με εντυπωσίασε είναι ότι υπήρξε μια περίοδος που οι υπερπτήσεις και οι παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου, καθώς και άλλα σχεδόν καθημερινά γεγονότα στο Αιγαίο, είχαν μειωθεί σημαντικά. Πρόσφατα έχουν αυξηθεί πολύ. Γιατί;
Σας ζητώ ειλικρινά να εξετάσετε τι συμβαίνει στην πραγματικότητα στο Αιγαίο. Σας παροτρύνω να καταλάβετε τι σημαίνουν οι τουρκικές πτήσεις και τι λέει το διεθνές δίκαιο γι’ αυτό. Και πάλι, μπορεί να σας εκπλήξει να ακούσετε ότι στην πραγματικότητα είναι η Τουρκία που υποδεικνύει ότι η προσήλωση στο διεθνές δίκαιο θα συμβάλλει στη μείωση των εντάσεων.
-Ποιες προοπτικές οικονομικής συνεργασίας διαγράφονται μεταξύ των δύο χωρών;
Παρατήρησα ότι θέσατε αυτήν την ερώτηση εδώ, προς στο τέλος της συνέντευξης. Ίσως αυτό να αντανακλά τη διάθεση εδώ όταν πρόκειται για θέματα που έχουν να κάνουν με την Τουρκία. Αλλά υπάρχουν τόσοι τομείς σύμπραξης και συνεργασίας ώστε θα έπρεπε να είναι προφανές. Και οι δύο χώρες έχουν συγκριτικά πλεονεκτήματα στην ευρύτερη περιοχή, τα οποία όταν συνδυαστούν θα μπορούσαν να παράγουν ένα τεράστιο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα. Μην ξεχνάτε ότι είστε γείτονες με μία από τις 20 μεγαλύτερες οικονομίες στον κόσμο. Υπάρχει ένας δυναμισμός στην Τουρκία, που χρειάζεται να τον δεις για να τον καταλάβεις.
Πιστεύω πραγματικά ότι ένα μεγαλύτερο επίπεδο οικονομικής αλληλεξάρτησης θα μπορούσε να κάνει τα προβλήματα για τα οποία μιλάμε, σχετικά μικρά. Εξάλλου, άλλα έθνη στην Ευρώπη και αλλού πήραν συνειδητές αποφάσεις να αφήσουν πίσω τους δύσκολους καιρούς και να γίνουν εταίροι προς το μεγάλο όφελος των πολιτών τους. Τι μας σταματάει;
-Το ελληνικό κοινοβούλιο κύρωσε πρόσφατα τη Συμφωνία των Πρεσπών, κλείνοντας μια πολυετή διπλωματική εκκρεμότητα. Η Ελλάδα ανοίγει νέο κεφάλαιο στη σχέση της με τη Βόρεια Μακεδονία. Ποια είναι η γνώμη σας γι’ αυτή την εξέλιξη;
Χαιρετίζουμε την πρόσφατη έγκριση της Συμφωνίας Πρεσπών. Αυτή θα δώσει λύση στο θέμα του ονόματος, καθώς και σε άλλα θέματα που ενδιαφέρουν και τις δύο χώρες. Και αυτό με τη σειρά του ελπίζουμε να ανοίξει τον δρόμο για καλύτερες σχέσεις στην περιοχή μας συνολικά. Χρειαζόμαστε περισσότερη συνεργασία και ολοκλήρωση, και είναι καλό να βλέπει κανείς ότι στο τέλος πέτυχε ο διάλογος. Υποστηρίζαμε πάντα την ενσωμάτωση των βαλκανικών χωρών στις ευρωπαϊκές και δυτικές πολιτικές και οικονομικές δομές.
-Η διεθνής κοινότητα θεωρεί αναγκαία την έναρξη ενός νέου γύρου συνομιλιών για τη λύση του Κυπριακού, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και τις αποφάσεις του ΟΗΕ. Πώς προσεγγίζει η Άγκυρα αυτήν την προοπτική;
Το κυπριακό ζήτημα βρίσκεται στο τραπέζι για περισσότερο από μισό αιώνα. Είναι καιρός να φθάσουμε σε μια λύση που θα ωφελήσει τόσο τους Τουρκοκύπριους όσο και τους Ελληνοκύπριους. Εδώ και πάλι πρέπει να ξεφύγουμε από τα συνθήματα. Πρέπει να συνειδητοποιήσετε πως οτιδήποτε θα μπορούσε να ειπωθεί έχει ειπωθεί, από τόσες πολλές εξέχουσες προσωπικότητες όλα αυτά τα χρόνια. Τόσες πολλές διαφορετικές ιδέες, σχέδια, συμφωνίες, δηλώσεις έχουν υποβληθεί. Αλλά εξακολουθεί να μας διαφεύγει μια δίκαιη και βιώσιμη λύση. Επομένως, οι δύο πλευρές του νησιού πρέπει πρώτα να καταλήξουν σε μια ειλικρινή κατανόηση για το τι θέλουν πραγματικά και το πώς θέλουν να το επιτύχουν.