Της Μαρίνας Μπαμπαλιάρη
Η δημιουργία μιας ελληνικής παραδοσιακής φορεσιάς μέχρι να ολοκληρωθεί είναι πολύ δύσκολη και απαιτεί πολύ κόπο, καθώς είναι χειροποίητες, και μέσα από αυτές αναδεικνύεται ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας και του πολιτισμού της Ελλάδας.
‘Ομως η κρίση γεννά ευκαιρίες, οι οποίες για να αποδώσουν χρειάζονται σκληρή δουλειά, ρίσκο, και αισιοδοξία για την τελική επιτυχία της προσπάθειας.
Η κυρία Βασιλική Ασημακοπούλου, η οποία διαθέτει εργαστήριο παραδοσιακών χειροποίητων στολών στη Φανερωμένη του δήμου Φαρκαδόνας μιλά για τις δυσκολίες την τέχνη αλλά και την εξωστρέφεια που χρειάζεται αυτή η δουλεία, η οποία όμως αποδίδει παρά την κρίση καθώς οι ελληνικές παραδοσιακές φορεσιές εξάγονται σε πολλές χώρες.
Μπορεί, όπως δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η αγάπη για αυτό που κάνεις να αποτελεί τη βασική προϋπόθεση για να πετύχεις, σήμερα όμως δεν αρκεί. Και εξηγεί: «Πρέπει συνέχεια να ψάχνεις, να κάνεις καινούργια πράγματα για το προϊόν σου. Και φυσικά η κατεύθυνση να είναι κυρίως σε αγορές εκτός της χώρας. Οι χειροποίητες παραδοσιακές στολές που φτιάχνω στο εργαστήριό μου, ‘ταξιδεύουν’ σε διάφορες χώρες του κόσμου, εκεί που υπάρχει έντονο το στοιχείο του ελληνισμού. Ντύνουν συλλόγους ελληνικούς, μετά από παραγγελία που κάνουν στο εργαστήριό μας».
Όσον αφορά στο εγχείρημα αυτό, η κ. Ασημακοπούλου μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ σημειώνει πως «απαιτεί αρκετή δουλειά προκειμένου να εντοπίσουμε τους συλλόγους, να τους παρουσιάσουμε τα προϊόντα μας και στη συνέχεια να επιλέξουν από την πλούσια γκάμα που διαθέτει το εργαστήριό μας». «Νιώθω», συνεχίζει «μεγάλη ικανοποίηση για αυτό που κάνω, αν και πρόκειται για μια κοπιαστική εργασία μέχρι να ολοκληρωθεί μια φορεσιά, καθώς μέσα από αυτές τις χειροποίητες στολές αναδεικνύεται ένα κομμάτι της τοπικής ιστορίας και πολιτισμού κάθε περιοχής μας. Πρόκειται για ενδυμασίες που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην κοινωνική δομή των κατοίκων μιας περιοχής, όπως και στο συγκερασμό επαγγελμάτων και οικονομικής ανάπτυξης». Μιλώντας για την καραγκούνικη φορεσιά, την πιο δύσκολη και απαιτητική μέχρι να πάρει ολοκληρωμένη μορφή, σημειώνει ότι στο παρελθόν τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά.
Και εξηγεί:
«Η επεξεργασία του μαλλιού, κατασκευή και διακόσμηση, το κέντημα και φούντιασμα του πουκαμίσου, τα κεντήματα της ποδιάς, του μαντηλιού και προπαντός το έργο του παλιού ελληνοράφτη που για 10 έως 15 ημέρες καλούνταν στο σπίτι της υποψήφιας για γάμο κοπέλας να κεντήσει τους σαϊάδες, τα καβάδια, τις ρούχινες ποδιές αποτελούν τα βασικότερα τμήματα της καραγκούνικης φορεσιάς. Πρόκειται για τεχνικές και μεθόδους της παλιάς εποχής». Η καραγκούνικη φορεσιά στον νομό Τρικάλων, συνεχίζει η κ. Ασημακοπούλου μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ , παρουσιάζει μεγάλο πλούτο και συγκερασμό στοιχείων σε μια ποικιλία μεγαλύτερη από εκείνη του νομού Καρδίτσας, που δημιουργεί περισσότερες επί μέρους ενδυματολογικές ομάδες οικισμών με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Αυτό οφείλεται, σύμφωνα με την ίδια, στη γεωγραφική θέση της περιοχής, δεδομένου ότι από παλαιοτάτων χρόνων αποτελεί πέρασμα για τα καραβάνια των εμπόρων που μετέφεραν πρώτες ύλες και πολύτιμα είδη από την Ευρώπη. Έφταναν στα Γιάννενα και από εκεί στις υπόλοιπες Θεσσαλικές πόλεις μέσω των Τρικάλων. Άλλωστε η Τρίκκη υπήρξε επί αιώνες πρωτεύουσα της Θεσσαλίας (από την αρχαιότητα μέχρι και την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού) και αποτελούσε ονομαστό κέντρο διακίνησης πνευματικών και υλικών στοιχείων.
Η αίγλη και ωραιότητα της καραγκούνικης φορεσιάς των Τρικάλων δεν ξεφεύγει και από την αντίληψη των ουδέτερων επισκεπτών της περιοχής, όπως και ξένων περιηγητών οι οποίοι αναφέρονται σ’ αυτή με περίσσιο θαυμασμό.
Το ουδέτερο μάτι του ξένου τοπιογράφου Edward Lear που επισκέφτηκε τη Θεσσαλία από τις 15 έως τις 26 Μαΐου 1849 και διερχόμενος τη διαδρομή από τα Τρίκαλα προς το χωριό Νομή, τόσο κατά την κάθοδο όσο και κατά την επάνοδό του που τυχαία απολαμβάνει σε ένα καραγκούνικο γάμο, παρατηρεί τις Καραγκούνες και περιγράφει την πολύχρωμη φορεσιά τους, χαρακτηρίζοντας αυτές ως τις ωραιότερες γυναίκες στην Ελλάδα, καταλήγει.
Παραδοσιακή ελληνική φορεσιά φωτογραφία Μουσείο Ιστορίας της Ελληνικής Ενδυμασίας.